Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "θάβω"
Αποτελέσματα 9-16 από 16
-
Ποιός δε(ν) θάψη, πάντ' ανημένει
(1896) -
Τον τεμιρτζήν με το ξυλομάκελλον έθάψαν
(1874)Τον σιδηρουργόν ξύλινη μακέλλη έθαψαν. Ερμηνία : Παροιμία δηλούσα οτι οι μερχόμενοι τέχνην τινα αμελούσι χρήσασθαι υπέρ αυτών τοις της τέχνης προϊούσι. -
Τον τεμιρτζήν με το ξυλομάκελλον ποιήσαι
(1874)Σημείωση : Αλλαχού λέγουσι “τσαγγάρης εξυπόλητος ράπτης παραλυμένος. -
Τον τεμιρτσήν με το ξυλομάκελον έθαψαν – άτον
(1939)Τον σιδερά με ξύλινη κουτάλα σκαπάνη τον θάψανε. Ειρωνικά και πειραχτικά σε περιστάσεις όπου ο τσαγκάρης φοράει παλιά παπούτσια, ο ράφτης τριμμένα ρούχα κια γενικά, οταν στερείται κανείς εκείνα που ο ίδιος γκιάνει ή ...