Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "δόντι"
Αποτελέσματα 160-179 από 331
-
Να 'δα η γρϊά, πού δεν είχε δόδια 'ιά το μέλι
(1963)Λέγεται, όταν κάποιος με πλάγιο τρόπο εκφράζη την προτίμησή του γιά κάτι. “Μιά βολά, λε', ερωτήξοσι μιά γρϊά, ειdά 'χει καλύτερα, το μέλι ή άdρα; Λέει :Μά έχω ' δά 'ώ η κακομοίρα δόδια 'ιά το μέλι;” δηλαδή ήθελεν άdρα. ... -
Να το ξερ' η μανκούλα μου που βγάζω τα δοντάκια να νοιωνε να με τύλιγε σε μαλακά παμπάκια
(1889)Ερμηνεία: Επί των νηπίων ων η εκβολή των οδόντων μεγίστας έχει δυσκολίας -
Να του τρίξει τα δόντια
(1920) -
Νάηξερεν η μαννούλα μου σάν βγάνω τα δοντάκια νάδενε το κεφάλι μου με δυό τρία μαντήλια
(1944)Επειδή τα παιδιά υποφέρουν στήν οδοντοφυία -
Ο κλαφθμός και ό βρυγμός των οδόντων
(1876) -
Ο κόμπος δεν λύεται με τα δόθια
(1920)Ερμηνεία: να μή περιμένης με το κακό να βγάλης αποτέλεσμα αλλά με το καλό -
Ό,τι κόψη το δόντι μου κι' ό,τι βάλ' η ράχη μου
(1876)Ό,τι κόψη το δόντι του κι' ό,τι βάλ' η ράχη του