Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "ελπίζω"
Αποτελέσματα 17-35 από 35
-
Ο ελπίζων χαίροντας αποθνήσκει χέζοντας
Σημείωση: Παρεμφερής αρχ.: αί ελπίδες βόσκουσι τούς κενούς βροτών. Και άλλη: αι ελπίδες εισί εγρηγορότων ενύπνια. Και ετέρα τής γραφής: Μή πεποίθατε επ' άρχοντας επί ηγούς ανθρώπων. Αγαθόν πεποιθέναι επί Κύριον ή πεποιθέναι ... -
Ο ελπίζων χαίροντας απολαμβάνει χέζοντας
(1941)Ο ελπίζων επιτυγχάνει. Υπόκειται ο εξής μύθος: Ένας άθρεπος έλεγε έχ' ελπίδα νά πλουταίν' καί νά γλυτώσ απ' τά βάσανα τσή φτώχειας. Αμά κάθε χρόνο καί χειρότερα. Μιά μέρα βγήκε σά όξω νά κάμ τό χοdρό τ τό νερό, κι εκεί ... -
Όποιος πάν ελπίζοντας απομνήσκει χέζοντας
(1893)Ερμηνεία: Πρέπει νά ενεργώμεν καί όχι μόνον νά ελπίζωμεν -
Όποιος πηαίννει ελπίζοντας, πεθανίσκει χέζοντας
(1940)Η ελπίς είναι ευεργετική (Chi vive sperando muore cacando) -
Οι απολπισμένοι ελπίζουνε!
(1876) -
Πό 'τζεί πορπίζεις πόρπιζε, τζ' ετζεί πορπίζεις χάννεις, τζ' ετζεί πού στήννεις τά βερgά σου, κατσικορώνες πιάννεις
(1940)Στηρίζοντες φρούδας ελπίδας θά ευρεθώμεν εις δυσάρεστον θέσιν -
Πό κλαδί, πού 'έν ερπίζεις, βγιαίννει λαώς
(1929)Επί τών απροσδοκήτων ή τών σπουδαίων τών εκ ποταπών γεννωμένων