Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "καβγάς"
Αποτελέσματα 25-44 από 114
-
Ιά το πάπλωμα 'τον' ο καυγάς
(1963)Λέγεται, όταν συμβή κάτι, που απολήγει σε ζημιά, σε στενοχώρια κ.τ.λ. -
Καυγάς από τους δύο γίνεται
(1938) -
Καυγάς για ψύλλου πήδημα
(1956) -
Κρεμάει το ζουνάρι του για καυγά
(1910)Όταν τις είναι φίλερις, κρεμάει το ζουνάρι του για ναν το πατήση κανείς και να εύρη αφορμήν για καυγάν -
Κρεμάζ'ι του ζουνάριτ' για καυγά
(1956) -
Κρεμνώ το ζωνάρι μου διά καβγά
(1906) -
Κυνηγάει τον καυγά, σαν η μύγα το σκατό
(1963)Η ανθρωπίνη ακαθαρσία εις το ύπαιθρον συγκεντρώνει τις μύγες ίσως πιο πολύ και από το μέλι. Η παροιμία λέγεται δι' εκείνον που είναι πάντα έτοιμος για καυγά -
Μαυλάει τον καυγά
(1953)μαυλάω (ρ.)=καλώ οικόσιτα ζώα δι' ειδικής δι' έκαστον φωνής. Η φράση “μαυλάει τον καυγά” σημαίνει επιδιώκει φιλονικίαν -
Μόλαρε το ζ'ναρ' του για καυγά
(1943)