Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 690-709 από 2322
-
Ζεστή κι πιταχτή κι καρπό απού κώλου τρώει κι πάει στη δλειά τ'
(1925)Μια βουλά ένας είχε ένα συνοικέσιον μη μήνια. Κίν'σι κι πήι στν αρριβουνιαστκιά τ' νια μέρα κι τν εύρι μοναχή τς. Νι ρώτσι, πού είν' ου πατέρας τσ. Είχαμι νια στράτα σ' ένα χουράφ', πάει να νι φράξ' να τ' φκειάσ' δύου (δηλ. ... -
Ζήσι μαύρι μ' να φας τριφύλλ'
(1902) -
Ζυγιάζ' απ' τς αλαφρές
(1928)Περί κουφον και επιπολαίον, για τον άνθρωπο π' δεν έχει μυαλο, τρέχ'ς τς κβέντις τ' σ' αυτά σ' άλλα -
Η αλπού δε χουρταίν μ' ακρίδις
(1926) -
Η βία του βίο μ'
(1923)Δηλ. Η δραστηριότης είναι η αιτία του πλούτου. Πλουτεί ο συντόνως εργαζόμενος -
Η βροχή φίλ' ς αγιάν του καλουκαίρ'
(1923)Είνι παρακαλιστ' κη, δηλ. είναι μερικαί πάντοτε, ουδέποτε γενική -
Η γίδα δεν κ'τσαίν απ' τ' αυτί
(1926)Για έναν που θέλει να μας βλάψη και η βλάβη του δεν είναι σημαντική -
Η γιρουκουτσούρα δεν ίσιασι τον θκό τς του κιφάλ' περίμενε να σιάξ' τον θκό σ!
(1926)Άμα κανένας στον Αβαρίκο και Δερνήκιστα μεθύση τ' λεν' έτσι. Το κλήμα που είναι πάντα στραβό δίνει το κρασί κι αυτό στραβώνει το δικό σου κεφάλι. Όταν μεθάη κανείς και δεν ξέρει τι κάνει -
Η γιρουκουτσούρα δεν ίσιασι του θκό της του κεφάλ', περιμέν'ς να σιάξ' τον θκό σ'
(1925)Το κλήμα που είναι πάντα στραβό δίνει το κρασί, κι αυτό στραβώνει το δικό σου κεφάλι. Όταν μεθά κανείς, δε γνωρίζει τι κάνει. Η ανωτέρω παροιμία λέγεται σε ρέποντα στη μέθη -
Η γριά δεν είχε δλειά κι αγόρασι γρούν'
(1923)Λέγεται δια το πολυάσχολον της περιποιήσεως χαίρον.