Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "διψώ"
Αποτελέσματα 11-30 από 78
-
Διψά η αυλή σου για νερό; Παρέξω μη το χύνης
Ερμηνεία: Ότι είναι καλόν να φροντίζη τις πρώτον τ' εαυτόν και την οικογένειαν και τους συγγενείς του και έπειτα δια τους άλλους. Και ότι ακόμη φρόνιμον είναι να μη δαπανά τις εις περιττά ενώ του λείπουσι τα αναγκαία -
Εδίψουν κι' ήπια θάλασσα
(1876)Ιστορ. Ο Γ. Φιλοπατρίδης δια την Μαριάν του Λιού, υπηρέτιδά του ελεγχόμενος, είπεν: όταν μη κρέας πάρη, ταρίχω στερητέον ή : εν ελλείψει χαρτοσήμου γράφεται εις απλούν ή : καλόν ν' και το στουππόχαρτον – εν ελλείψει ξυνομήλου ... -
Η αυλή σ' όνταν διψά, έξ' το νερού μη ηχύντ'ς
(1886)Προς τον δίδοντα εις άλλους πράγμα, του οποίου αυτός έχει ανάγκην -
Η αυλή σ'όνταν διψά, έξ' το νερόν μη ξύντς
(1929)Όταν διψά η αυλή σου, μη χύνης έξω το νερό. Τραπ. Επί του δίδοντος εις άλλους τι, του οποίου αυτός έχει ανάγκην -
Οdε διψά η αυλή σου, νερό μή χύνης όξω
(1963)Odε ή άμα. Δηλ. Όταν έχης ο ίδιος ή οι δικοί σου ανάγκη, δεν πρέπει να προσφέρης σε ξένους -
Όντας διψά η αυλή σ', μη χύντς του νερό όξου
(1893)Ερμηνεία: Όταν οι οικείοι σου δυστυχώσι, μη ζητεί άλλων ν' ανακουφίσης τας δυστυχίας -
Όντας η αυλή σ' διψάει, του νιαρό έξου μην του χύνς
Αν θέλεις να βοηθής, βοηθά τους συγγενείς σου και φίλους και τους πλησιέστερους