Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "βρέχω"
Αποτελέσματα 125-144 από 367
-
Δέκα στο 'γρό κι ένα στο βρεμένα
(1949) -
Έπερε τα βρεμέ του!
(1943) -
Έτον και παντέμορφος, ήρθεν κι' όνταν έβρεχεν
(1939)Σε μεταφορική σημασία χρησιμοποιείται όταν πλακώνουν αναποδιές ή δυστηχήματα σε περίσταση, που κι αλλιώς ήτανε δύσκολη -
Έφθε σα d' βρεμένη κόττα
(1943) -
Εβράχτικ' ως το κόκαλο!
(1910)