Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "γύφτος"
Αποτελέσματα 10-29 από 148
-
Γιέντι ου γύφτους βασιλιάς ;
(1932)Το λένε για κείνον που τον προορίζεις για κα΄τι που δεν έχει φυσικό, κλίση· τον προορίζεις για κάτι ευγενικό κι αυτό στέκει στο χαμηλό ή στο χυδαίο -
Γύφτος και παπάς γένεται;
(1939) -
Γύφτος παπάς δε γίνεται κι αν γίνη δεν βγαλάει
(1889)Ερμηνεία : Επί ανθρώπων αναξίων προς αξιώματα -
Γύφτους δέρ΄, γύφτους κλαίει
(1910) -
Δώσε του γύφτου κάρβουνα, και για ψωμί εκειός γνοιάζεται
(1952)Γύφτος=ο σιδεράς· Τα κάρβουνα του χρειάζονται για τη δουλειά του