Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "Τούμπανο"
Αποτελέσματα 2-14 από 14
-
Θυμούμαι ώ το dούbανο, πούφαα στην αυλή σου
(1963)Λέγεται όταν αποφεύγωμε να επαναλάβωμε κάτι που έχομεν απ' αυτό πικρή πείρα. -
-Να μου γίνεις τούμπανο -Για σένα είναι τα τούμπανα -Δεν είνι για τα τούπανα
(1918)βλ. κρυφό, γάμος -
Να σε χαρώ τούμπανο. να σε παίζω λώρα
(1921-07-02) -
Της έριξε ένα τούμπανο Την έκαμε τούμπανο
(1926-07-14)Σημ. Παρόμοια της "Της έρριξε ξύλο που της έκαμε βουτσι". -
Το πήρε σειρά σαν το μουρλό το τούμπανο!
(1958-05-12)