Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 923-942 από 1267
-
Σ σο γάλαν π'εκάεν εφύσεσεν και 'ς σο ταν'
(1931)Ερμηνεία: Όποιος κάηκε 'ς το γάλα φύσεσε και 'ς το γιαούρτι -
Σ σο ξένον τ' άολγον πη καβαλλ'κεύ' ογλήγορα κατηβαίν'
(1931)Όποιος καβαλλικεύει σε ξένο άλογο γλήγορα κατεβαίνει -
Σ σο σκατό κ' εεις άτον
(1895) -
Σ σο σκατον ατ νοχούτ εύρεν
(1895) -
Σ σό ζεστόν το νερόν απάν' ζεστόν βάλλ'
(1931)Μέσα 'ς το ζεστό νερό βάζει ζεστό. Χαλδ. Επί του υποθάλποντος έριδας. Παραλλαγή: “- ξύν'” (χύνει) -
Σ της αρκούδας τον κώλο κι άλλο λίπος αλείφεις
(1931)Επί προσφοράς πράγματος ή υπηρεσίας εις τους πλούσιον μη έχοντα ανάγκην τούτων -
Σ' άρκονος τον κόλον άλειμμαν κουντά
(1911) -
Σ' απάν τ' αλώνια αλωνίζ'
(1911) -
Σ' έναν κολτούκ δυό καρπούζα 'κι κρατείουνταν
(1929)Κατώ από μια μασκάλη δυό καρπούζια δεν κρατειούνται