Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "στέκω"
Αποτελέσματα 10-29 από 39
-
Εβασίλευψεν και στέκει.
(1923) -
Εμπροσ΄τα α'τ αμόν νυφίτσα στέκ.
(1920) -
Όλ' αν στέκ'νε, εσύ η σουμαδεμέντσα πα ντο στέκ'ς;
(1931)κι αν στέκονται όλοι, γιατί στέκεσαι κ' εσύ η αρραβωνιασμένη; -
Όσου στέκεται
(1919) -
Σ σ' ιφτάρ' αυτόν' κι στέκ'.
(1922) -
Σαν το βώδ' στέκεται.
(1918) -
Στ' αναίτριχο στέκομαι.
(1924) -
Στάθηκε κλαρίνο
(1939) -
Στάσου, Τούρκο, να γεμίσω.
(1923) -
Στέκα ώσπου να κουραστής.
(1876) -
Στέκει μπροστά του σα αγάρι.
(1918) -
Στέκει σούσα
(1918)