Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Βαγιακάκος, Δικαίος Β."
-
Βέργα τ' αρμυρού
Βαγιακάκος, Δικαίος Β. (1938)Επί εκείνων αι οποίαι υποφέρουν πολλά και όμως αντέχουν, κατά μεταφοράν από την περίφημον μάχην των Μανιατών εις την Βέργαν του Αλμυρού κατά του Ιμβραίμ -
Είναι κι' αλλού πορτοκαλλιές και κάνουν πορτοκάλλια
Βαγιακάκος, Δικαίος Β. (1960)Δηλ. Μπορεί ν' αναζητήση κι αλλού κανείς αγάπη ή βοήθεια. Λέγεται και σαν πεισματικό -
Εκαμώθη(κε) η προκομμένη, το Σαββάτο που σημαίνει (η καμπάνα)
Βαγιακάκος, Δικαίος Β. (1959)Σε παίρνει η όρεξη για δουλειά, όταν δεν πρέπει, ή ο τεμπέλης δείχνει την εργατικότητα του όταν πρόκειται να τον σταματήσουν από τη δουλειά -
Εσύ όπως θέεις τα κιόλας τ' αυτιά σα dο λαϊνά
Βαγιακάκος, Δικαίος Β. (1938)Περί εκείνων οι οποίοι πράττουν πάντοτε κατά το συμφέρον των -
Η γριά το μεσοχείμωνο πεπόνι αναθυμήθη
Βαγιακάκος, Δικαίος Β. (1938)Ερμηνεία: Επί των σκεπτόμενων περί ενός γεγονότος μετά την εκτέλεσιν του -
Η γριά το μισοχείμωνο πεπόνι αναθυμήθη
Βαγιακάκος, Δικαίος Β. (1938) -
Η κοπρεά κάνει αθρωπέα
Βαγιακάκος, Δικαίος Β. (1938)Όπου δηλαδή ριφθή κοπρέα το μέρος θα γίνη αρκετά εύφορον -
Θεει κι ο νιος το χάδι του κι ο γέρος τη dιμή του
Βαγιακάκος, Δικαίος Β. (1938) -
Κίνησε ο Οβριός και βρέθη Σαββάτο
Βαγιακάκος, Δικαίος Β. (1959)Αποφασίζεις μια δουλειά να κάμεις, να η τύχη σε χτυπάει