Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 76-95 από 232
-
Ζαντού ψωμίν 'ς ση φρόνιμου κοιλίαν
(1929)Τρελλού ψωμί 'ς του γνωστικού την κοιλιά. Την περιουσίαν του τρελλού καρπούται ο γνωστικός -
Η κακέσσα η νύφε την πεθεράν 'ς σ' αποδαύλα καθίζει
(1929)Η κακή νύφη βάζει την πεθερά της να καθήση 'ς τ' αποδαύλια, δηλαδή 'ς το κατώτερο μέρος της εστίας -
Η κεκέσσα η πεθερά εβγάλλ' τη νύφιν 'ς σο πρόσωπον
(1929)Η κακή πεθερά βγάζει τη νύφη 'ς το πρόσωπο, ήτοι την κάνει γλωσσού. Η υπερβολική αυστηρότης των ανωτέρων αναγκάζει πολλάκις κατωτέρους να αυθαδιάσουν -
Η κορώνα 'κι φτάει πάντα το μαύρον το χαβγιάριν
(1929)Ο κόρακας δεν φτειάνει πάντοτε το μαύρο χαβγιάρι -
Η μάννα εν' γλυκύν κρασίν, έμνοστον παξιμάτιν, που πίν' ατο ξαι κι μεθύ, που τρώει α κι χορτάζει
(1929)Η μάννα είναι γλυκό κρασί, νόστιμο παξιμάδι, εκείνος που το πίνει δε μεθά, που το τρώγει δε χορταίνει -
Η μάπα και τ' αλώνιν επόμεναν άτον
(1929)Η μάπα και τ' αλώνι του έμειναν, Κερ. Επί του καταντήσαντος εις μεγάλην πενίαν -
Η τζούνα όνταν εληγορή, στραβά ποίει τα παιδία 'τ'ς
(1929)Όταν βιάζεται η σκύλλα στραβά κάνει τα παιδιά της -
Κάθ'κα, κόρ', ώστα κάθεσαι και ώστα παραδαβαίνεις
(1929)Ερμηνεία: Επί κόρης, η οποία μέχρι μεν τινός δεν αρέσκεται εις προτεινόμενον σύζηγο, κατόπιν δε ούτε χειρότερον δεν ευρίσκει -
Κάθετ' η πομπή 'ς τη δέβαν κι' αναθήκει τους δαβάτας
(1929)Κάθετ' η πομπή 'ς τη διάβα και περιπαίζει τους διαβάτες -
Κάμε, Δόξα – Αδράχτιν 'κ' έχω. Κάμε, Δόξα Σποντύλιν 'κ' έχω
(1929)Ερμηνεία: Επί του αέργου ή ημελούς διαρκώς προσιζομένου -
Καβαλλ'κεύω τον γάιδαρον ώσππου ευρήκω τ' άλεγον
(1929)Καβαλλικεύω τον γάιδαρο ως ότου να εύρω το άλογο