Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Άγνωστος συλλογέας"
-
Ξέρεις, γκιώνη, τ΄ έχει τράιστο;
Άγνωστος συλλογέας -
Ξέρς να κλέψς; Ξέρου. Ξέρς να κρύψς; Δεν ξέρου. Ούδι να κλέψς ξέρς
Άγνωστος συλλογέαςΕρμηνεία: Ο κλέπτης πρέπει να είναι επιτήδειος -
Ξέρς να κλέψς; Ξέρου. Ξέρς να κρύψς; Δεν ξέρου. Ούδι να κλέψς ξέρς
Άγνωστος συλλογέας (1893)Ερμηνεία: Ότι ο κλέπτης πρέπει να είναι επιτήδειος -
Ξέχασα πως είχα άντρα, κι' έπαιζα με το κοπέλι
Άγνωστος συλλογέας -
Ξεβαρεμένο πρόβατο ο λύκος δε dο τρώει
Άγνωστος συλλογέας (1938)Ερμηνεία: Επί των άχρηστων πραγμάτων, τα οποία δεν προσέχει κανείς -
Ξεί, ξει η αίγα το κέρατο, το βάνει στον κώλο τση
Άγνωστος συλλογέας (1908) -
Ξεκάηκε η γριά στο χυλό, φυσάει και τη δγιοργούτη
Άγνωστος συλλογέας -
Ξεκομμένα παζάρια
Άγνωστος συλλογέας -
Ξενοθερίζεις τραγουδάς κακό χειμώνα θα τρανάς
Άγνωστος συλλογέας (1930) -
Ξενοστίμισες, τσυρά μου, σαν του Μάρτη το ρεπάνι
Άγνωστος συλλογέας -
Ξεντερισμένος κουρκουτάς τον άλλον κατατρέχει
Άγνωστος συλλογέας -
Ξερά φάβατα 'ς σο τουβάρ και αν κι πιάννε
Άγνωστος συλλογέας (1881)Ερμηνεία: Επί απειλών υφ' ων δεν θέλει τις να πειραχθή -
Ξεριζώνεται ο κισσός, μα γκρεμίζεται ο πύργος
Άγνωστος συλλογέαςΕρμηνεία: Επί επιζημίου επιχειρήσεως -
Ξερό σαραντάμερο, χλωρός νοικοκύρης
Άγνωστος συλλογέας -
Ξερός σαν μπακαλάος
Άγνωστος συλλογέας -
Ξεροτηγανίζεται εις το λαδάκι του
Άγνωστος συλλογέας (1892)Ερμηνεία: Μεταφορικά σημαίνει ότι μόλις και μετά βίας κατορθοί τις να εξοικονομήση τα απολύτως αναγκαία προς το ζην -
Ξεροτσιτσιρίζεται εις το λαδάκι του
Άγνωστος συλλογέας (1892)Ερμηνεία: Μεταφορικά σημαίνει ότι μόλις και μετά βίας κατορθοί τις να εξοικονομήση τα απολύτως αναγκαία προς το ζην