Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Παπαχριστόδουλος, Χ."
-
Εγύρισεν η τσούκκα κι ηύρεν το καππάκι
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Συνοικέσιο με πρόσωπα της ίδιας πάστας -
Εγύρισεν τα πισινά
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Αχαριστία, του κάμνεις καλό και θυμώνει, όπως το κακό ζωό που κοιτάζει να κλωτσήση -
Εγώ με τηλ λωλλάραμ μου γιμώννω την γκοιλιάρα μου
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Όταν δεν ντρέπεται ένας κι αρπάχνει ό,τι βρη -
Εκατέλυσεν ο δgιάολος τα παπούτσια του
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Ερμηνεία: Όταν τσακωθή ο αίτιος, ενώ δε βρισκόταν -
Ελούστης εκκέλη; Εχτενίστηκα κι όλα
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Για κείνους που τελειώνουν γρήγορα μια δουλειά, αλλά δεν την κάμνουν καλή -
Εξεσπερίδιανε σαν του Μα το ραπάνι
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932) -
Επέρασεν το Σάββατον γ κουλλdούριμ μηλ λαμένης
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Κάθε πράγμα έρχεται με την ώρα -
Επεψέν τη γ για μαμμήν γκι έκατσε γ για λεχούσα
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Αργοπορία στην επιστροφή από ένα μέρος -
Επήαμεν να πούμε γκι είπαμ μας
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Όταν λέη κανείς κάτι τι και του λένε περισσότερα -
Εχορτώθης το σακκούλλdισ σου και βουττάς και πιάννεις και σπέρνεις
Παπαχριστόδουλος, Χ. (1932)Για κείνους που βρίζουν άλλους με ελαττώματα πουχουν αυτοί