Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Δένδιας, Μιχαήλ"
-
Αδικοθάνατος = άδικος θάνατος. Αδικοθανατίζω = αδίκως αποθνήσκω.
Δένδιας, Μιχαήλ (1915) -
Αλιουρδάνη
Δένδιας, Μιχαήλ (1915)Παραφθορά της αρχής του τροπαρίου των Θεοφανείων “εν Ιορδάνη”. Μεταφορικώς σημαίνει την ανάμειξιν και ταραχήν, είτε εκ της εννοίας της ταραχής, ην προξενεί ο ιερεύς αιφνιδίως εισερχόμενος εις την οικίαν μετά σμήνους παιδίων, ... -
Αλλού είν' τα κακαρίσματα κι' αλλού γεννούν οι κόττες
Δένδιας, Μιχαήλ (1915) -
Αναραϊδικό= λέγεται ούτω και ευφημισμόν δυσμορφός τις και κακότροπος γυνή.
Δένδιας, Μιχαήλ (1915) -
Ανήλιαστος= μη εκτεθείς εις την επίδρασιν της θερμότητος του ηλίου.
Δένδιας, Μιχαήλ (1915) -
Απ' όξω μπέλλα, μπέλλα κι' από μέσα κατσιδέλλα
Δένδιας, Μιχαήλ (1915)Κατσιβέλλα= ακάθαρτος, απεριωνίκτος -
Απολωλό
Δένδιας, Μιχαήλ (1915)Ερμηνεία: Το της Γραφής ” απολωλός πρόβατον” άνθρωπος ελαχίστης πνευματικής και σωματικής δραστηριότητος -
αρροίζικος= ο μη έχων καλήν τύχην, ατυχής
Δένδιας, Μιχαήλ (1915) -
Αυτή εμαύρισε 'σαν τον Κάϊ
Δένδιας, Μιχαήλ (1915) -
Αυτός ο άνθρωπος ζιη και ζένει
Δένδιας, Μιχαήλ (1915)Ζένω (όζω) = μυρίζω, εκβάλλω δυσωδίας, η παροιμία εν αυτή (υλική ή ηθική) -
Αυτός τη δεκάρα του την έχει κωσταντινάτο
Δένδιας, Μιχαήλ (1915)Κωσταντινάτο=παλαιόν μετάλλιον φέρον την εικόνα του Κωνστ. κ΄ της μητρός του κ΄ θεωρούμενον θαυματουργόν