Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 680-699 από 713
-
Τον γάιδαρον π' ακλοθά, τα πορδία
(1939)Για τις βλαβερές συνέπειες που έχουν οι κακές συναναστροφές -
Τον δάβολον οξοπίσ΄ τσαρούχα φορίζ' άτον
(1939)Ερμηνεία: Τον διάβολο ανάποδα του βάλει τα τσαρούχια -
Τον ετεψίζ έφτυζαν-άτον και εκείνος έλεγεν : βρεσήν εν
Ερμηνεία: Λέγεται για τελείως πεπωρωμένους, σε βαθμό αναισθησίας -
Τον καλόν τάζ'νε και παίρν'νε, τον κακόν τάζ'νε και χάν'νε
(1939)Τον καλό τάζουν και τον παίρνουν, τον κακό τάζουν και τον ξεφορτώνονται -
Τον λόγο-σ' με την ζάχαρην έκοψα
(1939) -
Τον οκνέαν έστειλαν ατον ΄ς σα ξύλα κ΄ εφορτώθεν τη μεσάν
(1931)Τον έστειλαν τον οκνηρό 'ς τα ξύλα και φορτώθηκε το δάσος -
Τον παλαλόν λένε ούλα, τον γνωστικόν λένε 'λίγα κ' εγροικά πολλά
(1931)Σ τον παλαβό τα λένε όλα, 'ς το γνωστικό λένε λίγα και καταλαβαίνει πολλά -
Τον τεμιρτσήν με το ξυλομάκελον έθαψαν – άτον
(1939)Τον σιδερά με ξύλινη κουτάλα σκαπάνη τον θάψανε. Ειρωνικά και πειραχτικά σε περιστάσεις όπου ο τσαγκάρης φοράει παλιά παπούτσια, ο ράφτης τριμμένα ρούχα κια γενικά, οταν στερείται κανείς εκείνα που ο ίδιος γκιάνει ή ... -
Τουζ - τουζ και να μέλ' κάμ', να κερίν
(1939)Τουζ τουζ βούϊσμα των μελισσιών – και ούτε μέλι ούτε κερί -
Τρυπεμένον ζινίχ' σήν - ι - γήν κι απομέν
(1939)Τρύπια χάντρα στη γη δεν μένει. Για παρηγοριά στις ανύπαντρες, με την έννοια ότι οπωσδήποτε όλα τα κορίτσια θα παντρευτούν -
Τσίπ! Η Πόλ' επάρθεν! Μπα! Η Πόλη πάρθηκε!
(1939)Ειρωνικική απάντηση σ' εκείνον που μας κατεβάζει τον κατακλυσμό με τιποτένια ζητήματα ή έγνοιες του -
Τσούνα πεθερά, καμμίαν νύφε κ' ένουσνε;
(1939)Σκύλα πεθερά, ποτέ σου δε γένηκες νύφη; Ενδεικτικό του παντοτεινού – παροιμιώδικου – κατατρεγμού της νύφης από την πεθερά της