Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Κοντοπάνος, Α."
-
Όποιους πηδάει πουλλά παλούκια στουμ bάτου δε θα γλυτώσ', κάποιον θα τ' μbη στουγ κώλου
Κοντοπάνος, Α. (1915) -
Όποιους πουλυδιαλέει – πολυνdαιν'
Κοντοπάνος, Α. (1915) -
Όπου γάμος κι χαρά να κι συ Γιάννης αμβρουστά
Κοντοπάνος, Α. (1915) -
Όπου γάμος κι χαρά τρέχα Γιάννη μασκαρά
Κοντοπάνος, Α. (1915) -
Όρ'σι ψάλι Δέστουτα, μι πουνεί του δάχ'λου
Κοντοπάνος, Α. (1915)Ερμηνεία: Επί των προβαλλόντων ασημάντους λόγους προς αποφυγήν καθήκοντος τινος -
Όρσι κυρά γειτόν'σα του θ'κό μ' τ' όνουμα
Κοντοπάνος, Α. (1915)Ερμηνεία: Επί των αποδιδόντων εις άλλους ίδια ελαττώματα -
Όσ' ου νους τ' στου χουράφ' τόσου ν' απουμείν' ν τα βόιδια
Κοντοπάνος, Α. (1915)Ερμηνεία: Επί ελλείψεως προθυμίας και αγάπης προς το επάγγελμα εχούσης φυσικά και δυσαρέστους συνεπείας -
Όσα δίν'ς τόσα παίρ'ς
Κοντοπάνος, Α. (1915)Περί του ισοζυγίου της τιμής και της ποιότητος πράγματος τινος -
Όσα μbουρεί κί κόβ' του δόνd' τ'
Κοντοπάνος, Α. (1915)Η χρήσις διπλή: ή τόσα μόνον λαμβάνει όσα του χρειάζονται πρός συντήρησίν του, χωρίς ν' αποταμιεύη, ή τόσον πολλά όσα συνηθή να εξοδεύση. και εις τάς δύο περιστάσεις λέγεται επί νέων εχόντων ισχυράν προστασίαν -
Όσα ξέρ' ου νοικουκύρις δεν dα ξέρ' ου κόσμους όλους
Κοντοπάνος, Α. (1915) -
Όσον να ξινdθή η νύφ' έκανι στα μάτια ου γαμbρός
Κοντοπάνος, Α. (1915) -
Όσου αριών΄ν τα σκόρδα τόσου προυκόβ'ν
Κοντοπάνος, Α. (1915) -
Όσου έσκασ' η γης κι το 'βγαλι
Κοντοπάνος, Α. (1915)Επί λίαν βραχυσώμων φυτών μεν κυριολεκτικώς είτα δε και ζώων και ανθρώπων -
Όσου κάθησι καλόϊρι τόσα μαλλιά μαζών΄ς
Κοντοπάνος, Α. (1915)Ερμηνεία: Όσον περισσότερον χρόνον παραμελούμεν τας εργασίας μας τόσον περισσότερον κόπον απαιτεί η εκκαθάρισις αυτών -
Όσου να σ'λουϊστούν οι φρόν'μ' περούν τουγ κιρό τ'ς οι ζουρλοί
Κοντοπάνος, Α. (1915)Η έννοια προφανής -
Όσου τ' ανακατών'ς τα σκατά τόσου βρουμού
Κοντοπάνος, Α. (1915) -
Όυτι του διαούλου να ιδής ούτι του σταυρό σ' να κάν' ς
Κοντοπάνος, Α. (1915) -
Όχ' όπους ήξιρις νύφ' όπους ηύρις
Κοντοπάνος, Α. (1915) -
Οι γκαβές οι κόττις τ' νύχτα φειρίζουνdι
Κοντοπάνος, Α. (1915)Ειρωνικώς προς τους εργαζομένους την νύκτα