Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 608-627 από 1732
-
Η κακέσα η νύφε τημ πεθεράν αίτς σ'αποδαύλια καθίζει
(1874)Η κακή νύφη βάζει την πεθερά της να καθήση 'ς τ' αποδαύλια, δηλαδή 'ς το κατώτερο μέρος της εστίας -
Η κακέσα η πεθερά εβγάλ' την νύφ 'ς σο πρόσωπον
(1874)Η κακή πενθερά ασύστολον καθέστησε την νύμφην -
Η κοιλί' ατ' πολλά παίρ
(1918)ΚΜ 75: Η κοιλιά του δέχεται πολλά|}|Ερμηνεία: Επί του πλεονέκτου και άρπαγος ή του ανεχομένου και υπομένοντος τας δυσκολίας του βίου -
Η κορώνα πάντα κι φτειάγει (χέζει) το μαύρον το χαβγιάριν
(1874)Ουκ αεί το μέλαν χαυγιάριον η κορώνη ποιεί -
Η κορώνα πήε σσήν Άσπρη Θάλασσα ν΄ εποίνε άσπρα ωβγά, πάλ μαύρα τσαι πάλ μαύρα
Ο κόρακας πήγε στην άσπρη θάλασσα διά να κάμη άσπρα αυγά πάλι μαύρα και π.μ. Λεξ. Αρχ. -
Η μάννα εν αγέννετος και μίαν γεννισκάται
(1874)Ερμηνεία: Παροιμία δηλούσα το προσφιλές της μητρός -
Η μάννα εν γλυκίν κρασίν έμνοσιον παξιμάντιν που πίνει άτο ξα κι μεθά που τρώγει α κι χορτάζει
(1874)Η μήτηρ γλυκή έστιν οίνος, ηδίς διπυρίτης άρτος ο πίνων ο πίνων αυτού ουδόλως μεθύει, ο τρώγων ου κορέννυται