Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 492-511 από 713
-
Όλον το τέρτι μ', τη πεθεράς -ι – μ' ο θάνατον
(1939)Όλος ο καϋμός μου ας είναι ο θάνατος της πεθεράς μου -
Όλον τον κακόν τον γιό μ', κι όλον τον καλόν γαμπρό – μ'
(1939)Ο πιο κακός μου γιός, κι ο πιο καλός μου γαμπρός -
Όνταν 'κ' ηυρίσκω την έμορφον, φιλώ και την άσκεμον
(1939)Όταν δεν βρίσκω την όμορφη φιλώ και την άσκημη. Ανάλογα με το: Απ' ολότελα, καλή 'ν' κ' η Παναγιώταινα -
Όνταν κι θέλω να φιλώ σε, ερωτώ σε: το μάγ'λο σ' μέρ' καικά εν;
(1939)Όταν δεν θέλω να σε φιλήσω, σε ρωτώ: το μάγουλό σου που κοντά είναι -
Όνταν κλώθ'ς την ράχαν, ολ'θήκ'νε απάν' το λιθάρ'
(1939)Όταν είναι κανείς κορόϊδο, όλοι τον καβαλούν και τον εκμεταλλεύονται -
Όποιος ακολουθεί τον γάιδαρο, θα μυρίζεται και τις πορδές του
(1939)Για τις βλαβερές συνέπειες που έχουν οι κακές συναναστροφές -
Όσο εν το μιντέρι -σ', άπλωσον τα ποδάρα σ'
(1939)Όσο είναι το στρώμα σου, άπλωνε τα πόδια σου. Κανόνισε τα έξοδά σου ανάλογα με τα έσοδά σου. Ανάλογο με το : όσο είναι το πάπλωμα έπλωνε τα ποδάρια σου -
Όσον εν' τ' απάν' της γης εν' και τ' αφκά
(1939)Όσος είναι πάνω από τη γη, τόσος είναι κι από κάτω από τη γη -
Οπέρτς ετσουκνίεν κι' οφέτος εξέβεν η μύρα θε
(1939)Ερμηνεία: Πέρσυ κάηκε και φέτο νοιώσαμε τη τσίκνα του. Ειρωνικά σ' εκείνους που προβάλλουν διεκδικήσεις για παλιές υποθέσεις και ζητήματα – κυρίως ασήμαντα – για τα οποία στον καιρό τους δεν έγινε λόγος -
Ούλα αμπαλίγουνταν, η γούλα κι αμπαλίεται
(1931)Όλα μπαλώνονται, η γούλα δε μπαλώνεται. Κοτ. Δεν κατασιγάζεται η πείνα. -
Ούς να σκων' τ' έναν το ποδαρ'ν ατ', τ' άλλο τρώει α ο λύκον
(1939)Αναλογο με το: Ώσπου να σηκώσει το ένα ποδάρι τ' άλλο βρωμάει -
Ους να ηυρίκομε τον αλογάν, καλκεύομαι τον γαϊδουράν
(1939)Ώσπου να βρούμε τον αλογά καβαλούμε τον γαϊδουρά – Πρέπει ν' αρκεστούμε σ' εκείνα που έχομε, προσπαθόντας πάντα να βελτιώσομε την κατάστασή μας