Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Σακελλαριάδης, Χ."
-
Του το αγόρασα το κορμί του σαν τον ταμπάκη
Σακελλαριάδης, Χ. (1917) -
Τού λείπει λόξα
Σακελλαριάδης, Χ. -
Τού λείπει τό κερί ν' ανάψη
Σακελλαριάδης, Χ. -
Τρέμει ο ουρανός, μα δεμ πέφτει
Σακελλαριάδης, Χ. (1919)Λέγεται δια παραμυθίαν προς τους απελπισμένους -
Τρέχ' η γλώσσα της περισσότερο απ' το μυαλό της
Σακελλαριάδης, Χ. (1917) -
Τρέχει η γλώσσα της σαν το βαρδάλι του μύλου
Σακελλαριάδης, Χ. (1917) -
Τρέχει η γλωσσούλα της
Σακελλαριάδης, Χ. (1917) -
Τώρα βγήκε νέα μόδα και καινούργια μηχανή, μίαν είκυσι ο κώλος και πενήντα το μουνί
Σακελλαριάδης, Χ. (1919)Λέγεται όταν αναγγέλλεται κακόν τι και ασύνηθες -
Τώρα η γρηά στ' απότρυγα, σφοντονίτσες έπλενε
Σακελλαριάδης, Χ. (1919) -
Τώρα που σε είδα, νοικοκύρι, σε θυμήθηκα
Σακελλαριάδης, Χ. (1919)Κατά πάσαν πιθανότητα η παροιμία αυτή στηρίζεται επί διηγήσεώς τινος. Λέγεται επί των επιλησμόνων, των λησμονούντων να εκτελέσουσι παραγγελίαν τινά και ενθυμούμενων ταύτην μόνον όταν επαναβλίωση του παραγγείλοντα -
Τώρα σ' ηύρα, τώρα στάσου
Σακελλαριάδης, Χ. (1919)Λέγεται επί των διακοπτόντων την ομιλίαν, ινα ερωτήσω δια πράγμα, όλως διόλου, ασχέτου προς εκείνω, περί ουν γίνεται λόγος εν τη διάλεξη -
Φέρνει ο Θεός τ' αλεύρι παίρνει ο δαίμονας τα ξύλα
Σακελλαριάδης, Χ. (1917)Ερμηνεία: όταν επιτευχθεύντος επί τέλους καλού τινός υπέρ προ πολλού ευχόμεθα αίφνης εκ νέας καταδρομής της τύχης αι ελπίδες εκ νέου ματαιούνται -
Φκειάνει ο βλάχος το τσαρούχι κι όπου δώση ο Θεός τη μύτη
Σακελλαριάδης, Χ. (1917) -
Φουσκωμένα μού τά'δωσες; φουσκωμένα θα 'στά δώσω
Σακελλαριάδης, Χ. (1919)Εννοείται τ' ασκιά. Αν η παροιμία αύτη έχη την αρχή εκ μύθου τινός, αγνοούμεν. Λέγεται δέ όταν τις ανταποδίδη τα ίσα πρός άλλον τινά επιχειρήσαντα ν' απατήση αυτόν διά ψυχολογία -
Φτωχός άγιος δε γιορτάζεται
Σακελλαριάδης, Χ. (1919)Η παροιμία δηλοί την παντοδυναμία του πλούτου -
Φύσα γρηά το μονοδαύλι φύσα το και δεν αννάβει
Σακελλαριάδης, Χ. (1919)Συνοδεύεται από κείμενο...