Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "δυό"
Αποτελέσματα 422-441 από 575
-
Όποιος κυνηγά δυό λαγούς, μήδε τον ένα, μούδε τον άλλο πιάνει
(1919)Ο σκοπεύον να μανθάνη συγχρόνως δυό επιστήμας δεν μανθάνει ούτε την μίαν ούτε την άλλην -
Όποιος κυνηγάει δυό λαγούς, δεν πιάνει ούτε ένα
(1956)Όταν θέλη να κάνη δυό δουλειές μαζύ, δεν επιτυγχάνει ούτε τη μία -
Όποιος λουτουρκά σκιυό εκκλησίες πάντα της μιάς γελάτης
(1951)Όποιος λειτουργεί σε δυό εκκλησίες πάντα γελάει στη μίαν. Λέγεται δι' εκείνους οι οποίοι ασχολούνται με δυό εργασίας ταυτοχρόνως προς βλάβην όμως της μιάς εξ' αυτών -
Όποιος παπάς λουτουρκά σε δκυό εκκλησίες της μιας γελά της
(1956)Το αυτό ως και το προηγούμενον, δηλ. Το της Γραφής “Ουδής δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν” Λουτουρκα = λειτουργώ, δκυό = δυό, γελά = ξεγελώ, αδικώ -
Όποιους κ'νηγάεί δυό λαγοί δεν πιάν' κανέναν!
(1906)Ερμηνεία: Επί των επιδιωκόντων δυό συγχρόνως και ουδέτερον κατορθούντων -
Όπου δυό κ' εγώ τρείς
(1884)