Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "προσκυνώ"
Αποτελέσματα 43-61 από 61
-
Όποιος προσκυνα και κλάνει μόνο τσοι μετάνοιες χάνει
(1917)Λέγεται επί των κολάκων, οίτινες κομπαστικώς εν τη Εκκλησία προσεύχονται -
Προσκύν' α θες ή δε πολέμα
(1876) -
Προσκύν' α θες ή ξόσου το
(1876) -
Προσκυνημένο κεφάλι δεγ κόβεται!
(1910) -
Προσκυνημένο κεφάλι δεν κόβγεται
(1949) -
Προσκυνημένο κεφάλι σπαθί δεν το κόβει
(1956)Το σκλάβο που έρριχνε το κεφάλι και προσκυνούσε τον τουρκο, δεν τον έκοφτε το σπαθί του -
Προτσυνημένο κιφάλι ακονισμένο σπαθί 'κε κόφτειν το
(1931)Κεφάλι που προσκυνα δεν το κόφτει ακονισμένο σπαθί