Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "προκόβω"
Αποτελέσματα 41-60 από 67
-
Προκομμένος σαν την κατώπετρα του μύλου
(1938)Ο οκνηρός και τεμπέλης όλο κάθεται, όπως και η κάτω πέτρα του χειρομύλου, η οποία είναι ακίνητη -
Σα dη gάτω bέτρα του μύλου, πα dα χέρια dου
(1963)Λέγεται, σαν φιλικό πείραγμα για άνθρωπο, που δεν αγαπά πολύ την εργασία, που είναι βραδύς κ.τ.λ. -
Σαν τη λουγαρίδα (αράχνη) προυκουμέν'
Λέγεται για τις γυναίκες που δουλεύουν προκομμένα και γρήγορα -
Το επρόκοψ' η καϊμένη το Σαββάτο που σημαίνει
(1907)Ερμηνεία: Δηλαδή την τελευταίαν στιγμήν, επί οκνηρίας οικοδεσπίνης