Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "βρέχω"
Αποτελέσματα 356-367 από 367
-
Τον έχομε ... μη στάξη τσαί μη βρέξη
(1956) -
Του αμαρτωλού βρέσει του μεσ' στα αλώνια
(1940)Η βροχή μετά το θέρος είναι ανώφελης και καταστρεπτική -
Του νερό, αν δε βρέξ' δε λαγαρίζει
(1893)Ερμηνεία: η κοινωνία δεν βελτιούται, αν η δυστυχία μη φθάση εις το έπακρον -
Του τοις βρέχω
(1950)Η φράσις λέγεται κατά παράλειψιν του αντικειμένου τοίς ξυλιές και σημαίνει τον δέρνω καταφέρνω αλλεπάλληλα τα χτυπήματα, τα οποία ούτε παρομοιάζουν προς ραγδαίαν βροχήν -
Ψ' μένο τσάι βρεμένο τάχας ναν' καλό;
(1943)Μύθ. Ήταν ένας τεμπέλης με τ' όνομα. Πεινούσε και δεν ήθελε να φάει παξιμάδι, που τούδινε η μάννα του, γιατί θα κουραζόταν να το μασσήσει. Του λέει η μάννα του “Να στο βρέξω” Κείνος πάλι το συλλογιζότανε κι έλεγε ....