Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 337-356 από 1267
-
Εθάρρ' να κάτ' είσαι καί κάτ' θά γίνεσαι, άμα νά τιδέν έσ' νε νά δέν θά γίνεσαι
(1929)Θαρρούσα πώς κάτι είσαι καί κάτι θά γίνης, αλλά μήτε ήσουν τίποτε μήτε θά γίνης. Χαλδ. Επί του μή δυνάμενου ή μή θέλοντος νά προοδεύση -
Εθαρρείς κάτ' εδώκε με. Κασκάρα και μανία
(1929)Νομίζεις πώς κάτι μου έδωσε, τσακμακόπετρες και ήσκες. Χαλδ. Επί του νοσφιζομένου ξένην περιουσίαν και αντ' αυτής ευτελή παρέχοντος -
Εθαρρείς κι έσκισες το μήλον κ' εποίκες α δύο
(1929)Θαρρεΐς πως το έκοψες το μήλο και το έκανες δυό -
Εθαρρείς κι οι σκύλλ' έλειξαν το κατζίν ατ'
(1929)Νομίζεις πως οι σκύλλοι το έγλειψαν το πρόσωπό του -
Εθέκα σε 'ς σην αγκάλα μ', θα χτουπίης και τα γένα μ'
(1929)Σ΄έβαλα ΄ς την αγκαλιά μου, θα μαδάς και τα γένεια μου. Χαλ. Προς τον αποθρασυνόμενον ένεκα της δεικνυομένης προς αυτόν ευνοίας ή επιείκειας -
Εκαβάλκεψεν τα πουλούλια
(1911) -
Εκατεθάρρεσαμ' 'ς σον Θον έμου κι ο Θος έμου πα επιδέβε μας
(1929)Ελπίσαμε 'ς το Θεό μας κι ο Θεός μας άφησε. Επί παντελούς απογνώσεως -
Εκείνος ένοικον κ' αφίν
(1895) -
Εκόπεν τ' εξηντάπορον
(1911) -
Εκρέμασεν τη γούλαν
(1929)Κρέμασε το λαιμό. Χαλδ. Επί του μελαγχολούντος και σκυθρωπάζοντος. Παραλλαγή: “Εκρέμασε τη γούλα”. Κοτ.