Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "ράχη"
Αποτελέσματα 31-50 από 64
-
Ξέχαρτζα και δίχως χάκ(ι) και παπουτσια από τ' ράχ(η)
(1937)Όταν κανείς πήγαινε να δουλέψη κάπου και δεν επρόκειτο να πληρωθή ή να αμειφθή ελάχιστα. Χάκι ήταν ο μισθός, χάρτζι το χαρτζηλίκι, δηλαδή, κάτι το έκτακτο. Και ο εν λόγων όχι μόνο δεν θα έπαιρνε μισθό και χαρτζηλίκι, αλλά ... -
Ο καθείς έχει τα ιδιά του γραμματάκια εις την ράχην του
(1883)Ερμηνεία: Εννοεί ότι έκαστος έχει τα ελαττώματα του και ελλείψεις του και πρέπει να διορθώνεται και όχι να λέγη τα των άλλων -
Που τηρ ράσιμ μου έβκαλά τον, τζ' άλλης τον εφόρησα
(1940)Ερμηνεία: Επί ενοχλητικών ατόμων ή επί δυσαρέστου υποχρεώσεως -
Σε τρώγ' η ράχη σου
(1891) -
Σι τρώγει η ράχη σου
(1882) -
Σκύλλοι που την ράχην σου
(1895)Ερμηνεία: Λέγεται προς φαγόντα ερωτώμενον αν καλώς έφαγε και αποκρινόμενον καταφατικώς -
Τη ράχι μου πυρομάχι
(1938)Το λένε στους κυνηγούς, που από πρώτα είναι βέβαιοι για την αποτυχία τους, δηλαδή να χρησιμοποιήσης τη ράχι μου για τζάκι να μαγειρέψης το κυνήγι που θα βρης