Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "αυτί"
Αποτελέσματα 260-279 από 402
-
Ξέρ'ς τί πιτσικωμένο είναι το πίτσικο τεντών' τ' αυτιά τ' σα το λαγό
(1916)Πιτσικωμένο = έγνενο, πίτσικο = μικρούλι -
Ξεφράξετε τ' αυτιά σας
(1876) -
Ξεφτύλισε τ' αυτιά σου
(1889) -
Ξού γούρ μου 'φαες τ' άνθια μου
(1892)Σημείωση: γουρ=ψεύδος. Ερμηνεία: Επί των διαρκώς ενοχλούντων τινά. -
Ο τοίχος έχ' αυτιά κ' ημέρα μάτια
(1910)