Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "ήλιος"
Αποτελέσματα 233-252 από 563
-
Κάβκει ο ήλιος τζι' εν να βρέξη
(1945)Όταν κατά τους χειμερινούς μήνες καίη υπερβολικά ο ήλιος, προβλέπεται σύντομα βροχή. Κάβκει = κρούζει -
Κάμ' σόν ήλον και τρώει σήν εβόραν
(1939)Εργάζεται στον ήλιο και τρώει στον ίσκιο. Κουράζεται στην εργασία του μα έχει το κεφάλι του ήσυχο : Δεν έχει ανάγκη κανέναν, δεν χρωστάει κανενός -
Κάτσε ήλιε κάτσ' αργάτη σήκου ήλιε σήκ' αργάτη
(1894)Ερμηνεία: Επί ορισμώ της παύσης κ ενάρξεως της εργασίας -
Κάτσε ήλιο, κάτσ' εργάτη
Ειδικός προσδιορισμός των εγάσιμων ωρών και δη του χρόνου της παύσεως της ημερησίας εργασίας. Το λαϊκόν δίκαιον θέτει την 'δυσιν του ήλιου ως έσχατον όριον διαρκείας της εργασίμου ημέρας -
Κάτσε ήλιος κάτσ' εργάτης
(1876) -
Καλά να είναι κι ας λάμπ' ο ήλιος στα βουνά
(1938)Λέγεται για το παιδί από τους γονείς δηλ.ας ζή, κι ας μην το βλέπουμε, ας μην μας περιποιείται -
Κουρασμένος, σαν του ήλιου την μάννα
(1876) -
Κρύβει τον ήλιο με το κόσκινο
(1889) -
Κρύβει τον ήλιον με το κόσκινο
(1937) -
Κύκλος του ήλιου άνεμος, του φεγγαριού νεράκια
(1953)Άμα το φεγγάρι έχει κύκλο θα βρέξη, όταν ο ήλιος, θα πάρη αγέρας