Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Ανδριώτου, Ελ."
-
Κάθα ένας dου πόρδου τ' dου κάν' μουσκουκύδουνου
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Λέγεται περί των γονέων, οι οποίοι δεν αισθάνονται τα ελατώματα των τέκνων των και τα θεωρούν ως καλύτερα όλων -
Κάθε πιτνός ζ' κουπριά τ' λαλεί
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Κάθε άνθρωπος έχει πέρασιν και εκτίμησιν εις το τόπον του και εις την περιοχή του. Έξω απ' αυτών δεν έχει καμμίαν εκτίμησιν και ισχύν -
Καλό μάθ'μα, κακό ξεμάθ'μα
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Εύκολα συνηθίζει κανείς εις μιαν κακήν έξιν, αλλά δυσκλόλως αποβάλλει αυτήν -
Κατά dου νιο κι τ' άρματα
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Αναλόγως της αξίας του ατόμου να είναι και τα εις αυτό διδόμενα -
Μαζί μ'λούμι κι χώρια καταλαβαίνουμ
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Λέγεται υπό εκείνων, οι οποίοι συζυτούντες δεν συνεννοούνται και άλλα λέγει ο ένας και άλλα εννοεί ο άλλος -
Ο ν'chκός η σκύλους dου φούρνου τρυπά
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Η πείνα οδηγεί τον άνθρωπο εις απεγνωσμένα διαβήματα -
Όμουρφ' κούπα, τί να φάμι; Κι ατσάλ' κούπα, φέρ' να φάμι
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Συνοδεύεται από κείμενο ... -
Όποιους θέλ' να κάν' dου καμ'λάρ' σύdκινου, πρέπ' ν' αψ'λώσ' d' πόρτα τ'
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Κάθε εργασία συνεπάγεται και υποχρεώσεις -
Ούλα διουρθών' dιν, μόν' τη σπανού τα γένεια
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Κάθε κακόν ημπορεί να επανορθωθή και μόνον ο σπανός δε μπορεί να βγάλη γένεια. Λέγεται ως ενθαρρυντικόν προς τους ευρισκομένους προ ενός ατυχήματος -
Πιο πουλύ ψουμί τρως μι του μέλ' πέρι μι του ξύδ'
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Περισσότερα κατορθώνει κανείς με τον καλό τρόπο παρά με τις φωνές και τα μαλώματα -
Σαν ήdαν να κάν' ούλα τα μαμμούδια μέλ', θα έκανι κι η μαμμ'δους
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Ερμηνεία: Επί των ανικάνων, οίτινες αποδύονται εις έργα σπουδαία -
Σκάγ' ς αυγό, για να χυνίσι, για σφουγκάτους γίνισι
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Λέγεται υπό των ευρισκομένων εις αμηχανίαν και περιστοιχιζομένων από δυσχερίας.Δηλαδή τι να κάνει το αυγό (ο άνθρωπος) να σκάση, να χυθή ή να γίνη σφογγάτο δια να εύρη διέξοδον. -
Του παλιό κι' α' του bαλών'ς, dου λουλό κι' α dου μαλών'ς
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Το να μπαλώνης παλαιό ρούχο, παπούτσι και τα όμοια είναι το ίδιο με το να επιπλήττης τον τρελλόν, δηλ. δεν φέρνεις αποτέλεσμα -
Τραβά άλλους πιτσί κι' άλλους τουμάρ'
Ανδριώτου, Ελ. (1930)Διαφωνούν επί οικογενείας εν τη οποία έκαστον μέλος έχει δική του γνώμη και επιμένει εις αυτήν -
Τσ'καλάς(ο)(τουκαλάς)= Νυχτοπούλι, το οποίον φωνάζει,όπως νομίζουν τσ'κάλ! Τσ'κάλ!τσ'κάλ!
Ανδριώτου, Ελ. (1930)