Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Ξενίτας, Ξένου"
-
Κι θέλι άτον, κι παίρι ατόν κυλίξτε άτον ας έρται
Ξενίτας, ΞένουΔεν τον θέλω, δεν τον παίρνω, κυλάτε τον κι ας έρθει -
Κρίμαν σο βούδιν ντ' έσπαξα και την χαράν ντ' εποίκα
Ξενίτας, ΞένουΚρίμα στο βόδι που έσφαξα και τη χαρά που έκανα -
Κωφόν, καμπάναν κι' αν λαλείς, ζαντόν κι' αν δερμενεύεις
Ξενίτας, ΞένουΑντίστοιχο με το: Στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα -
Ξεράθηκε στα γέλια
Ξενίτας, Ξένου -
Ποι 'κ' εντρέπεται, τ' άσκεμον τηδέν 'κ' έρτι – άτον
Ξενίτας, ΞένουΌποιος δεν ντρέπεται, το κακό και τάσκημο καθόλου δεν του νοιάζει -
Ράσιν πά αν γίνεαι εγω απιδιαβαίνω σε
Ξενίτας, ΞένουΚαι βουνό να γίνεις πάλι εγώ σε περνάω. Λέγεται σε κείνους που παινεύονται επιδεικτικά, διότι είναι πολύ πλούσιοι ή διωρίστηκαν σε μεγάλα αξιώματα, αλλά παρά την πραγματική αξία τους, από εύνοια της τύχης ή κια με όχι θεμιτά μέσα -
Σερ ποι κι κόφκεται, προσκυνώ άτο
Ξενίτας, ΞένουΧέρι που δεν είναι δυνατον να το κόψω το προσκυνώ -
Το γλυκόν η γλώσσα εβγάλ' το φείδ' ασ' σο τρυπίν
Ξενίτας, ΞένουΗ γλυκειά η γλώσσα βγάλει το φείδι από την τρύπα -
Το νερόν τη μικρού κι ο λόγος τη τρανού
Ξενίτας, ΞένουΟ μικρός έχει δικαίωμα ναπιεί πρώτος νερό, μα και είναι και υποχρεωμένος να υπακούη στους μεγάλους -
Τον ετεψίζ έφτυζαν-άτον και εκείνος έλεγεν : βρεσήν εν
Ξενίτας, ΞένουΕρμηνεία: Λέγεται για τελείως πεπωρωμένους, σε βαθμό αναισθησίας -
Φούτι – φούτι είπεν και ο Φανίας
Ξενίτας, ΞένουΛέγεται ειρωνικά για κείνους που λένε καμμιά κουταμάρα, ή θέλουν να πουλήσουν σοφία και δεν τα καταφέρνουν ή δεν γίνονται αντιληπτοί