Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "είμαι"
Αποτελέσματα 3-22 από 236
-
Άν τά ειπής ισύ 'σαι μ' ένα κατώλακ' νερό, δέ χορτάν' νε
(1938)Ισύ 'σαι = εσύ είσαι, κατωλάκ' = χαβούζα, χορτάν' νε = χορταίνουνε (;) -
Αμμά χαρκούνται πώς εγιώνι είμαι η συτζά τούς;
Μετάφρ.: καθένας ή κάθε μιά πού ορμούνε επάνω του όλοι μέ λόγια, βρισιές, ειρωνείες ή γιά ν' αποσπάσουν καμμιά ωφέλεια λέγεται συτζά -
Αμμά χαρκούνται πώς εγώ είμαι η συτζά τούς;
Μετάφρ.: καθένας ή κάθε μιά πού ορμούνε επάνω του όλοι μέ λόγια, βρισιές, ειρωνείες ή γιά ν' αποσπάσουν καμμιά ωφέλεια λέγεται συτζά -
Αν δέν είναι ψώρα, ας είν' κασσίδα
(1876) -
- Από πού 'σαι, καρδαμάκ'(ι); Απ' αυτό τό bοστανάκ'(ι)
(1936)Λέγουνταν γιά τούς ανθρώπους εκείνους, πού δέ μπορούσαν ν' αποφύγουν τις συνέπειες τής καταγωγής τους. Αντιστοιχεί η παροιμία αυτή μέ τή γνωστότερη “κατά τόν μπαρμπα-Γιάννη...”. Ήταν όμως ονειδιστική γιά τά ελαττώματα τών ... -
- Από πού 'σαι, κλωναράκ'(ι); - Από κείνο τό δεdράκ(ι)
(1936)Γιά κείνους πού δέν μπορούσαν ν' αποφύγουν τίς συνέπειες τής καταγωγής τους. -
Από πού είσαι κλωναράκι, από κείνο τό δενδράκι
(1961)Δηλαδή ότι είναι οι γονείς, είναι καί τά παιδιά