Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Λιουδάκη, Μαρία"
-
Παρά γρόσα, κάλλιο γλώσσα
Λιουδάκη, Μαρία (1938)Με τη γλώσσα νικά κανείς ευκολώτερα παρά με το χρήμα -
Παρά σιμά και μαλωμένα, κάλιο μακρά κι αγαπημένα
Λιουδάκη, Μαρία (1938)Η πενθερά κι η νύφη καλύτερα νάναι χωρισμένες, να μη μαλώνουν -
Παράς ειν΄και ξοδεύεται, πράμα είναι και μένει
Λιουδάκη, Μαρία (1938)Ερμηνεία: Όταν έχη κάποιος παράδες πρέπει ν' αγοράζει κάτι που του μένει -
Παραριξιμιό καράβι σ' αγαθό λιμέν' αράζει
Λιουδάκη, Μαρία (1939)Ερμηνεία: Το λένε όταν καλοπαντρευτή παραριγμίνη κοπέλα -
Παρασκευή στον άντρα μου, Τετάρτη στα παιδιά μου και το Σαββατοκύριακο είναι για την αφεντιά μου
Λιουδάκη, Μαρία (1939)Ερμηνεία: Αυτές τις μέρες δεν κάνει νυχτέρι -
Παρηγοριά στον άρρωστο, ωστό να βγη η ψυχή ντου
Λιουδάκη, Μαρία (1937)Λέγεται σε κείνους που παρηγορούν κάποιο για κάτι κακό που θα το πάθη ούτως ή άλλως κι όμως τον παρηγορούν -
Πέ με ποιόν κουνουστίζεις νά σέ πώ ποιός είσαι
Λιουδάκη, Μαρία (1939)Κουνουστίζεις = συναναστρέφεσαι -
Πέθανε να σ' αγαπώ και ζε να σ' έχω μάχη
Λιουδάκη, Μαρία (1937)Λέγεται όταν συμπαθή κανείς κάποιον σαν πεθάνη -
Πέθανε να σε πονώ και ζήσε για να σ' έχω
Λιουδάκη, Μαρία (1940)Το λεν γι' αυτους που κλαιν του πεθαμένους ενώ όσο ζούσαν τους κακομηταχειρίζονταν -
Πέμπτη πέφτει καιρός
Λιουδάκη, Μαρία (1938) -
Πέντε πορδές έξι γρόσια
Λιουδάκη, Μαρία (1940)Θα το καταφέρω, δε σκιάζομαι, δεν λογαριάζω τις δυσκολίες -
Πέρισ' έκλασ' ο λαγός και φέτο βρώμεσε
Λιουδάκη, Μαρία (1937)Το λένε σε κάποιο όταν θυμηθή και ζητήση κάτι παλιό, ή κάποια παλιά υπόθεση -
Πέρσυ ψόφησε, φέτος βρώμησε
Λιουδάκη, Μαρία (1938)Το λεν όταν θυμηθή κάποιος κάτι κακό και το αναφέρει -
Πέρυσι έκλασε κι εφέτος βγήκε βρώμος
Λιουδάκη, Μαρία (1938)Το λεν όταν θυμηθούν κάτι παλιό και το ζητουν -
Πές με μέ ποιόν κάθεσαι, γιά νά σέ πώ ποιός είσαι
Λιουδάκη, Μαρία (1938)