Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "αυγό"
Αποτελέσματα 179-198 από 573
-
Εν είμαι ταβκόν
(1940)Όπως το αυγόν, ως εύθραυστον,κινδυνεύει εις κάθε σύγκρουσιν να σπάση, ούτω και μεταξύ ανισο-δυνάμων ο αδύνατος θα ηττηθή.Αν κίνδυνος και απειλή υπάρχη, ο μέλλων να πάθη δεν θα είμαι εγώ,διότι δεν είμαι αυγόν,ανίσχυρος ... -
Εσκατσε τ' αυγό τσαί τ'ν έβγαλε
(1943) -
Εστάθημ που πάνω σαν τ' αβκόν το βούρκον
(1940)Δι' επιτηδείους που κατορθούσι να μη θεωρώνται υπεύθυνοι κακής πράξεως. -
Ετσίγγρησαν τ' αυγό της πασχαλίας.Τσιγγρίζω.Έκαμαν κούτρη
(1880)Κατά το έθιμο του Πάσχα, με τα κόκκινα αυγά, πριν σηκωθούν από το τραπέζι τα μέλη της οικογενείας παίρνει καθένας ένα αυγό τσαί το τσούγγρίζει με το αυγό του άλλου και χαίρεται αν του το σπάση και μείνη γερό το δικό του. -
Εχάθ' εκείν' η κόττα, που γεννούσε το μεγάλ' αυγό
Βλ. αυτ. ομοίας : Βουλγαρικήν, Βοημικήν, Ρωσσικήν, Γερμανικήν -
Εχάσαμεν ταβκά τζαί το καλάθιν
(1940) -
Εχάσαμεν τζαί ταβκά τζαί το καλάθιν
(1940)Λέγεται επί εκείνων, οι οποίοι είχον ήδη εξασφαλίσει κάτι,άλλ' από απληστίαν επιδιώκοντες περισσότερα έχασαν και ότι ήδη είχον.Γενικώςεπί μεγάλης και απροσδοκήτου ζημίας. -
Εχάσεν τ' αυγά και τα καλάθια
(1876)