Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 1748-1767 από 2322
-
Σαν τον κόσσ'φα με τ' αμπέλι
(1925)Ερμηνεία: Λέγεται όταν καυτηριάζεται ή φυγοπονά εν ώρα εργασίας και η συμμετοχή εις τα οφέλη. Ο κόσσυφος τότε που καλλιεργείται το αμπέλι, κάθεται τρυπωμένος στην πατλιά (βάττον) όταν ωριμάζουν τα σταφύλια, φρέσκος να φάη ... -
Σαν τουν Άι-Νούφριου είνι αυτός
(1923) -
Σανταλα, μάνταλα, κούφια καρύδια
(1922)Ερμηνεία: Λέγεται αστειότητος και φιλοφροσύνης χάριν προς τινα ον συναντώμεν μετά καιρόν και χαιρετώμεν δια χειραψίας κτυπητης με τα παλά μας -
Σαράντα γρόσσια τ' άλογο εξήντα το σαμάρι
(1928)Όταν το ήττον σπουδαίον έχη μεγαλύτερον αξίαν εκείνου άνευ του οποίου είναι άχρηστον το ήττον σπουδαίον -
Σαράντα ουκάδις κουλουκύθια νια ουκά ξύγκι
(1926)Όταν τρώμε κολοκύθια, τα οποία είναι αδύνατον φαγητόν -
Σαρούδ' τς ρούγας, στουλίδ' τς μάννας
(1923)Δηλαδή το τέκνον να είανι περίτριμμα, ασχημότατον, ελεεινόν ... δια την μητέρα όμως είναι στολίδι -
Σε σπίτι ξέσκεπο γεννήθηκε
(1928)Ερμηνεία: Επί ανθρώπου τον οποίον τα κατά συνθήκην ψεύδη δεν περιορίζουν λόγω της καλής οικογενειακής προελευσής του να εκφράζη απεριφράστως ό,τι αισθάνεται -
Σένα στου λέω κι' αλλού να μην του ειπής
(1927)Δια της φράσεως ταύτης κατειρωνεύονται εκείνους οίτινες ενώ ώφειλον να είναι εχέμυθοι δεν εφάνησαν τοιούτοι -
Σήκου σύ να κάτσου γώ
(1902) -
Σήκω, Διαμάντω μ', να πας για ξύλα. Δε μπορώ, μάννα μ', δε μπορώ. Σήκω, Διαμάντω μ', να πας για νερό. Δε μπορώ, μάννα μ', δε μπορώ. Σήκω, Διαμάντω μ', να σε παντρέψουμε. Χόποτας, μάννα μ', χόποτας!
(1928)Λέγεται παροιμιωδώς προς άγαμον, όστις αποβλέπων ήδη εις εξεύρεσιν νύμφης παραμελεί τας εργασίας του