Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 1669-1688 από 2168
-
Που γράψ' ο Θιός αβράκωτο, ποτές βρακί δε βάνει
(1963)Λέγεται για το φτωχό, που του συμβαίνουν αλλεπάλληλα ατυχήματα και δεν μπορεί να ορθοποδήση -
Που δε bαινα το σπίτι dου, πέφτει και το bλακώνει
(1963)Λέγεται και όταν επαινή κανείς κάτι δικό του και όταν το κατηγορεί -
Που δε θέλει να ζυμώση, πέdε μέραις κοσκινίζει
(1963)Δηλαδή, όταν δεν θέμε να κάμωμε κάτι, βρίσκομε διαρκώς προφάσεις -
Που δε ξοδιάση, δε σοδιάζει
(1963) -
Που δεν ακούει του 'ονιού, παραωνιάς καθίζει
(1963)Παραωνιάς=στην άκρη. Δηλαδή όποιος δεν ακούει τους γονείς του, παραμερίζεται, δεν πετυχαίνει στη ζωή. -
Που διαλέει και διαλέει τ' αποδιαλεούδια παίρνει
(1963)Δηλαδή όποιος λεπτολογεί στο διάλεγμα, παίρνει στο τέλος το χειρότερο -
Που διαλέει και διαλέει τη χαμένη bάρτη παίρνει
(1963)Δηλαδή όποιος λεπτολογεί στο διάλεγμα, παίρνει στο τέλος το χειρότερο -
Που ζυμώση και πλυθή πέdε μέρες όμορφη
(1963)Είναι σαν συμβουλή καλλωπισμού. Μάλιστα υπάρχει η δοξασία πως ομορφαίνει το δέρμα του προσώπου το πλύσιμο με απόπλυμα του ζυμωτού -
Που ζυμώση και πλυθή πέdε μέρες όμορφη, κι οπού πλύνη και πλυθή πέdε μέρες άσκημη
(1963)Π. χ. Με τ' απόπλυμα όποια πλυθή θαν εδά πέdε μέρες όμορφη -
Που καβαλλικεύγει ξένον άλοο, γλήορα ξεπεζεύγει
(1963)Δηλαδή όποιος στηρίζεται σε ξένη δύναμη, γρήγορα μένει έκθετος -
Που καινούρια στράτα πιάση, τση παλιάς μη τζη ξεχάση
(1963)Ερμηνεία: Δηλαδή δεν πρέπει να εγκαταλείπωμε τις παλαιές μας συνήθειες και όταν οι συνθήκες της ζωής μας αλλάξουν στο καλύτερο -
Που κακά λοά, κακός λοάται
(1963)Ερμηνεία: Θεωρείσαι κακός και αν απλώς διανοείσαι το κακό//Που = οποίος, εκείνος που -
Που κοπελομάθη, δε 'εροdοξεχά
(1963)Δηλαδή ό,τι μάθη κανείς νέοις, δεν το ξεχνά κι όταν ακόμα γεράση, κυρίως λέγεται για τις κακές συνήθειες -
Που μελετά να κάψη θεμωνιά, το Μάη δεν εφτάνει
(1963)Δηλαδή και απλώς να διανοηθή κανείς να διαπράξη ένα κακό θα τιμωρηθή -
Που νου έχει κι' ανενού δεν έχει κακιώρα στο νου πόχει
(1963)Λέγεται όταν κάποιος, ενώ είναι έξυπνος, δεν συλλογίζεται πλήρως κάτι και πάει χαμένη η εξυπνάδα του -
Που ξηγιέται, δε bαρεξηγιέται
(1963)Ερμηνεία: Δηλαδή όποιος αρχικώς εξηγήθη καθαρά, ύστερα δεν μπορεί να παρεξηγηθή