Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "Σάββατο"
Αποτελέσματα 149-168 από 285
-
Μια βολά 'θέλε να πάει ο Οβραίος στο κουμέρκι και του 'λαχε Σαββάτο
(1892)Ερμηνεία: Διαν αποτυγχάνη τις εις κάποιον επιχείρησιν -
Μια φορά έτυχε του Εβριού να καλλικέτζη και κείνη Σάββατο
(1895)Ερμηνεία: Προς τους μετά μυρίους κόπους μόλις απολαύοντας αγαθού τινος αλλ' υπό αντιξόων περιστάσεως μη δυναμένοις να μετάσχωση αυτου -
Μιά φορά αποφάσισεν ο Οβριός να πάη στο παζάρι κι έτυχε ναναι Σαββάτο
(1937)Σημείωση: Λέγεται για κείνους που για πρώτη φορά αποφασίζουν κάτι και δεν το επιτυγχάνουν -
Όλα τα σάββατα λυτά, της Πασχαλιάς δεμένο
(1879)Ερμηνεία: Επί του Μεγάλου Σαββάτου, επειδή νηστεύουν -
Όνταν 'κ' εχ' η μήνα Σάββαν κ' εβδομάδα Κερεκήν
(1931)Όταν δεν έχη ο μήνας Σάββατο κ' η βδομάδα Κυριακή -
Όνταν κ εσ η μήνα Σάββα κ' εβδομάδα Κερεκή
(1881)Ερμηνεία: Επί αορίστου καιρού εις ον αναβάλλει τις υπόθεσιν τινα εις τας Ελληνικάς καλένδρας