Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Κουκουλές, Φαίδων"
-
Έφυγε άρμα βάρκα
Κουκουλές, Φαίδων (1927)Έφυγε ταχύς, κατά παρανόησιν του άρμα πύρμα εκ της Γραφής -
Έχει κι' ο μέρμηγκας χολή και το κουνούπι άλειμμα
Κουκουλές, Φαίδων -
Έχει κι΄ ο μέρμηγκας χολή και το κουνούπι άλμμα
Κουκουλές, Φαίδων -
Έχει κι΄ ο μέρμηγκας χολή, έχει κι η μύιγα σπλήνα
Κουκουλές, Φαίδων -
Έχει το θεό της βροντής μέσα του
Κουκουλές, Φαίδων (1924)Δια τον μεθούντα, επιδή το ποτόν του Βάκχου είνια θορυβοποιόν -
Έχει φαγωμένα μούσμουλα
Κουκουλές, Φαίδων (1924)Δια τον μεθυσθεύτα, όστις δεν ομιλεί αλλά ψελλίζει μόνον τους φθόγγους μουσ-μουσ -
Έψεν τα καντήλας
Κουκουλές, Φαίδων (1924)Προς δήλωσιν της καταστάσεως του κραιπαλώντος. Οι υπό μέθης διάπυροι οφθαλμοί παραβάλλονται προς ανημμένα κανδήλια -
Εγέντον 'ς σον άνεμον τα φύλλα
Κουκουλές, Φαίδων (1927)Έγινεν ως τα υπό του ανέμου παρσυρόμενα φύλλα, δηλαδή έφυγε -
Εγώ βουλλώνω και πουλώ, και συ βλέπε κι' αγόραζε
Κουκουλές, Φαίδων (1930)Εγώ στραβώνω και πουλώ, και συ βλέπε κι' αγόραζε -
Εγώ στραβώνω και πουλώ, και συ βλέπε κι' αγόραζε
Κουκουλές, Φαίδων (1930) -
Είδα τον κορνιαχτό του
Κουκουλές, Φαίδων (1927)Έγινε τάχιστα, επειδή ο δομαίας φεύγων εγείρει κοπορτόν -
Είδες ένα; Τόσον φθάνει. Μιά κλωστή τούς έχ' υφάνει
Κουκουλές, Φαίδων -
Είναι με τον καφέ του
Κουκουλές, Φαίδων (1924)Κατ' αντίφρασιν, επί του κραιπαλήντος = έχει πιη πολύ κρασί -
Είναι μια πουτσούλλα
Κουκουλές, Φαίδων (1956)Ερμηνεία: Επί νέου ή ανδρός γενναίου και ισχυρού, η λέξις υποκοριστικό της πουτσα, της το ανδρικόν μόριον δηλούσης