Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Λουκόπουλος, Δημήτριος"
-
Η τσοιλία του τσαλdεί κ' εμανίς
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Η κοιλιά του παίζει βιολί -
Ή μ'κρός μ'κρός παντρέψ' ή τρανός καλουηρέψ
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1902) -
Ήθιλι να την λεν Αλή Μπεΐνα κι ας ψοφάι απ' την πείνα
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1927) -
Ήλιους κι βρουχή κι' παντρεύουντ' οι φτωχοί, ήλιους κι χιόν' παντρεύουντ' οι γιρόντ'
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1926) -
Ήλιους παράδ'σους
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923) -
Ήμεις οι ζέν ιδώ ήμαστι σαν τ' δροσούλα στου κλαράκ'
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1922)Ερμηνεία: Ευκόλης προσβαλλόμεθα από ασθένειαν και αποθνήκομεν ελλείψη θεραπευτικών μέσων (Αρτοτινός εν Κεφαλοβρύσης -
Ήμναν κριμασμένους κι μι ξικρέμεσι αυτός
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923)Δηλαδή ευρισκόμην εις μεγίστην ανάγκην και αυτός με απήλλαξε ταύτης -
Ήμουν bεκάρης, ήμουν χονκάρης, σεμαδεύτα, ενόμουν βεζίρης παρεδόθα, ενόμουν ρεζίλης
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Ερμηνεία: Ήμουν ανύπαντρος, ήμουν χονκέρης, αρραβωνιάστηκα, έγινα βεζίρης, παντρεύτηκα, ρεζιλεύτηκα. Μουλά – χονκέρης ήταν μεγάλο θρησκευτικό αξίωμα. Αυτός έμενε στην Προύσα κι είχε το προνόμιο να δίνει στο Σουλτάνο το ... -
Ήρασε ο κω μου σ' όργον 'bέσου, γω τζο κατέχω τα τσαι συ κατές τα;
Λουκόπουλος, Δημήτριος; Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1951)Γέρασε ο κώλος μου στη δουλειά μέσα, εγώ δεν το ξέρω και συ το ξέρεις; -
Ήρθα τρίκλις δίπλις
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923)Ερμηνεία: Αλλού πέφτουντα κι αλλού σκώνουντα και άλλην έκφασιν -
Ήρθαν τ΄ άγρια να βγάλν΄τα ήμερα
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1928)Ερμηνεία: Επί αυθαιρεσίας ή αυτοδικίας -
Ήρθες στα ξεκουκουλώματα
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1926)Ερμηνεία: Κατόπιν εορτής. Φαίνεται πως προήλθεν εκ του εθίμου να ξεκουκουλώνεται η νύφη, όταν πλέον θα ετελείτο το μυστήριον -
Ήρθι στ' αμήν αυτό για πιθαμό
Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923)Δηλαδή, εις το τελευταίον στάδιον της ζωής του δια να αποθάνη (πρβλ νύν)