Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-2 από 2
Πολλά πιπέρ όπ έσ' 'ς ση σουρβά πα βάλλ
(1881)
Ερμηνεία: Επί των περιττάς δαπάνας ποιούντων πλουσίων...
Σημείωση: Σουρβά = σούπα...
Σημείωση: Σουρβά = σούπα...
Σ ση σουρβάν (σ σο γάλαν) π' έκαεν εφύσεσεν και 'ς σο ταν
(1881)
Ερμηνεία: Επί των παθόντων κακόν τι και προφιλαττομένων και από εκείνου εξ ουδέν δύναται να περιέλθη τη βλάβη...
Σουρβά = Σούπα λέξις τουρκική...
Ταν = Είσος γάλακτος (εκ ξηρών σφαιριδίαν από οξύγαλα τριβομένων εντος πινακίου μεθ' ύδατος...
Σουρβά = Σούπα λέξις τουρκική...
Ταν = Είσος γάλακτος (εκ ξηρών σφαιριδίαν από οξύγαλα τριβομένων εντος πινακίου μεθ' ύδατος...