Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-10 από 52
Αυτού κόβει το δόντι του!
(1910)
Αυτού κόβει ή δεν κόβει το δόντι του! Είναι ισχυρός ή ανίσχυρος...
Κόβει χοντρές
Ερμηνεία: Περί αυτού λόγος
Κόβει αμπέλια
(1910)
Αποφεύγει
Τους κόβει και δεν τους ακούει
Ερμηνεία: Δηλαδή τους πόρδους, υπέρμετρος φόβος
Ούλο κόβει και ράβει
Ερμηνεία: Μεγαλαυχεί ή φλυαρεί
Τόμ πονεί το δόντι γιά την ...
Η Τήμ πονεί το δόντι γιά τον ......
Του πονεί το δόντι του, για την δείνα
(1910)
Η του πονεί το δόντι της, για τον δείνα. Ερωτεύεται...
Δεν κοτάει κανείς να ξύση το δόντι του
(1910)
Κατασκοπεύεται