Αναζήτηση
Αποτελέσματα 6051-6060 από 6220
Νέ την gόρη του δίτει, νέ το συμbεθερό φκανdάζει
(1951)
Ούτε την κόρη του δίνει, ούτε το συμπέθερο κακοκαρδίζει. Γιά κείνον πού τα καταφέρνει να κάνει και τή δουλειά του και να τα έχει με όλους καλά. Η παροιμία είναι παρμένη από τις προξενιές, όπου ο έξυπνος πατέρας μπορεί ν' αρνηθεί την κόρη του, χωρίς...
Ο Θεός κατά τα ρούχα μοιράζει και το κρύο
(1963)
Δηλαδή: Ο Θεός τα ισοζυγίζει όλα. Π.χ. -Εμείς δεν έχομε bολλά φαιά, μα σαν ο Θεός κι' ειμεσταν ανούφαοι. Λέει -Μα δεν έχει ακουστά, πως ο Θεός κατά τα ρούχα μοιράζει και το κρύο...
Ό,τ' σουλατσαρήση κανείς, το παθαίνει
(1963)
Αναγορεύω=υπενθυμίζω όλη την ώρα ένα καλό που έκαμα, διατυμπανίζω. Σουλατσαρήση=κοροϊδέψη...
Π.χ. “Ενεόρεβγέ με πως είχα το κουτσό bαιδί, μα είδες όμως; Ετιμώρησέ dην ο Θεός! Δυό έχει τώρα κουτσά. Αληθινό είν' εκείνο bου λέει, πως, ό,τ' ανεορέψη...”...
Π.χ. “Ενεόρεβγέ με πως είχα το κουτσό bαιδί, μα είδες όμως; Ετιμώρησέ dην ο Θεός! Δυό έχει τώρα κουτσά. Αληθινό είν' εκείνο bου λέει, πως, ό,τ' ανεορέψη...”...
Εγώ γαϊδούρι – μ' πουλώ – σε, ναϊλοί ποι θ' αγοράσει-σε
(1939)
Εγώ γαϊδούρι μου σε πουλώ, μα αλλοίμονο σε κείνον που θα σ' αγοράσει...
Χρησιμοποιείται σε περίπτωση που ο γονιός έχει να παντρέψει γιό ή κόρη για ξεφόρτωμα, επειδή είναι οκνηροί κι' απρόκοφτοι, ή έχουν κάποιο ελάττωμα και σε κάθε άλλη αναλογη περίπτωση...
Χρησιμοποιείται σε περίπτωση που ο γονιός έχει να παντρέψει γιό ή κόρη για ξεφόρτωμα, επειδή είναι οκνηροί κι' απρόκοφτοι, ή έχουν κάποιο ελάττωμα και σε κάθε άλλη αναλογη περίπτωση...
Τ' αρρωστημένου η κουλούρα κάνει σαράdα μέρες στ' απρουσκέφαλό dου
(1963)
Δηλαδή, ο άρρωστος δεν έχει όρεξη να φάη. Π.χ. “Αλλότες ελέασι bως τ' αρρωστημένου η κουλούρα ... Μα ' μένα δε gάνει ουτ' ένα λεφτό, 'ιατί εμ 2)αρρωστημένη 2) είμαι, έμη πεινώ κιόλα”...
Βλ. παρηγορία, ρωτώ 1...
Βλ. παρηγορία, ρωτώ 1...
Μα 'φτό 'δά, λέει, θαμάζομαι κι εώ
(1963)
Δηλ. Γι αυτό κι εγώ απορώ. Έχει έννοια ειρωνική. Από τον Ναστραδίν Χότζα. Μια βόλα διάηκεν ο στρατηχότζας κι ήβγανε, λέει, σ' ένα bοτιστικό κρομμύδια κι εδιάηκεν εκείνος πούχε dο ποτιστικό κι 'ήπιασε dονέ, λέει, βρέ είdα κάνεις, λέ' έτου; λέ, αέρας...
Απ' τ' αυγό πάει στην όρνιθα
(1949)
Λέγεται μάλλον επί κακού, και δηλοί ότι από το μικρό κακό καταλήγει τις να κάμη το μεγάλο. Εχει μείνει από τον μύθον: Μια φορά ήτανε μια χήρα και είχε ένα αγόρι....έκλεψε αυγό...έπειτα όρνιθα....εμεγάλωσε κλεφτης....τον εβάλανα στη φυλακή...
Χαρά στο νιο που ξαγρυπνά, το 'έρο που κοιμάται
(1963)
Δηλαδή, όταν ο νέος και στο κρεβάτι ακόμα ανησυχή για τη δουλειά του, εξασφαλίζει καλά γεράματα, κι' όταν πάλι ο γέρος κοιμάται, σημαίνει ότι δεν έχει έννοιες, ζει καλά...
Αλίμονος στο σπίτι, που ΄ενή το θηλυκ΄ ασερνικό
(1963)
Δεισιδαιμονία. Π.χ. “ - Μα κακό είναι τώρα, πούκραξεν η όρνιθα; - Κι΄ άμε κακό ταδεμή δεν είναι; Δεν έχει ακουστά, πως αλίμονος στο σπίτι, που ΄ενή το θηλυκ΄ ασερνικό;”...
Πούκραξεν = έκραξεν δηλ, σαν πετεινός, ταδεμή = λοιπόν, ειδεμή...
Πούκραξεν = έκραξεν δηλ, σαν πετεινός, ταδεμή = λοιπόν, ειδεμή...
Μεγ κάτσης με πολιτιτζήν, τζαι πει σου είνταν έτζείνη, τζαι πει σου λόγια περισσά, τζαι κάμει σε σαν τζείνην
(1940)
Πολιτιζτή η πόρνη: Εμ μια πολιτιτζή τουτη. Η ρήγαινα απευθυνομένη προς τν Π. Αλεμάν (Μαχαιράς) λέγει: Η κακή πολιτική, χωρίζεις με από τον άντραμ μου. Η λέξις έχει την σημασίαν αυτήν απο μακρού χρόνου...