Αναζήτηση
Αποτελέσματα 241-250 από 1337
Τ' όργο του φτένει τα ιτσιράς
(1951)
Ερμηνεία: Τη δουλειά του τη βγάνει πέρα
Σ' του βίνεψες θαλέ, πόνεσες το βροσόν' σου;
(1951)
Από τις πέτρες που έριξες, πόνεσες το μπράτσο σου; Ειρωνικά, σε κείνους που χωρίς να κάμουν τίποτα έλεγαν πως κουράστηκαν
Το καό η ημέρα, φαίνεται τε την εβίτσα
(1951)
Η καλή μέρα φαίνεται από την αυγή. Πόντ. Α.Π. αρ. 1578 : Το καλόν ημέρα από πουρνού φαίνεται Πον
Το σον άγ' εν ραβdού στόμας
(1951)
Το δικό σου πάλι είναι λαβή μπαστουνιού
Σαμ' α 'ινώ νύφ' α προστσυνάω
(1951)
Όταν θα γίνω νύφη, θα προσκυνάω
Έβgαλές τα σως το γουργούρι μου
(1951)
Μου τάβγαλες ως τον καταπιώνα μου! Όταν ο άλλος σε στενοχωρούσε κι ήσουν έτοιμος να τον βρίσεις. Δείχνοντας με το χέρι το λαιμό, τόλεγαν κι έτσι: Έβgαλες τα σωζ αδά. Αντί γουργούρι έλεγαν και γαργαράς(=λάρυγγας): έβgαλες ...
Του 'ηρανέσκει ο λύκος, 'ίνεται στσυλλού ο μασχαράς
(1951)
Ο λύκος που γερνάει, γίνεται του σκυλιού μασκαράς. Εναν δυνατό που γέρασε, όλοι τον ξεφτελίζουν
Ενόμαστ' αδά, 'α ψοφήσουμ' αδά
(1951)
Εδώ γεννηθήκαμε εδώ θα πεθάνουμε. Λεγόταν με πείσμα σε κάποια δύσκολη στιγμή της ζωής, στην αντίσταση π.χ. Στους Τούρκους που ερχόνταν να τους επιτεθούν
Ο ντομάτ' σαμού 'ηρανέσκει, παίρν' ο δϊέβος τ' αχίλιν dου
(1951)
Ο άνθρωπος άμα γερνάει, παίρνει ο διάβολος το μυαλό του