Αναζήτηση
Αποτελέσματα 81-90 από 107
Κώλο δέρνεις, κώλο αφίνεις, πάλε κωλαρέντζος είναι
(1939)
Όσο κι αν παιδέψεις έναν αναίσθητο, πάλι αναίσθητος θ' απομείνη
Λέπ' το λύκο κι αυτός τηράει για τον ντουρό
(1939)
Παρέβαλε το μύθο του σχολαστικού και του λέοντος. Ντουρός (Ο) = τα ίχνη των ποδιών του ανθρώπου ή των ζώων και κυρίως τα ίχνη των θηραμάτων. “Διπλώνει ντουρό, βρίσκει (χανει) ντουρό, μπαίνει στο ντουρό κλπ” Κόβουμε ντουρό ...
Μπάτε σκύλοι αλέστε κι αλεστ'κά μη δίνετε
(1939)
Για παραμελημένα και κακοδιοικημένα πράγματα
Ταντρόενο χολή και ταδέρφια αμάχη δε βαστούνε
(1939)
Λελ. Επ. Σελ. 172
Πό θάνατο κι από βροχή ποτέ να μην παντέχεις
(1939)
Γιατί δεν ξέρεις πότε θα ενσκύψουν. Παντέχω = αναμένω, ελπίζω να. Από κει που δεν το παντέχει θα το βρεί. Δε σε πάντεχα από τώρα για (σελ. 160, 61), Η παντοχή η απαντοχή = αναμονή, η ελπίδα οτι , η ελπίδα. Συ 'σαι η παντοχή ...
Ο έλατος φκιάνει καί ψωμόφκυαρο, φκιάν' καί σκατόφκυαρο
(1939)
Ψωμόφκυαρο (το) = το φτυάρι μέ τό οποίο φουρνίζουν καί ξεφουρνίζουν τό ψωμί (σελ. 159, 47). Σκατόφκυαρο (το) = τό φτυάρι γιά τις ακαθαρσίες (σελ. 159, 47)