Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-10 από 136
Τον έκανα σιτευτόν στο ξύλο
(1920)
Ερμηνεία: Τον έσπασα στο ξύλο
Πορδάγγιαχτος
(1920)
Ερμηνεία: Ο πειραζόμενος απο το ελάχιστον και μυγιάγγιχτος
Τον έκανε θέγιατρο (ή θιάτουρο)
(1920)
Ερμηνεία: Γελοίον
Βοηθάει η πλίθα κι ο ρογός φαίνομαι κι εγώ γουργός
(1920)
Σημείωση : Ρογός = ιδιόρρυθμος αρχαϊκή απόθήκη σίτου δημητριακών εν γένει. Κτίζεται εις γωνίαν του δωματίου και έχει κυλινδρικόν σχήμα. Κατά τάυτα ευνόητος η παροιμία
Τα πααίνει αρνάρι
(1920)
Ερμηνεία: Επί διαρροίας
Έκανε τη (γ)ης μπι(γ)ής
(1920)
Ερμηνεία: Η αυτή προς την “έφαγε τη γης” = έφαγε στα βύσαλα
Κουκκί 'ταν κ' έσκασε!
(1920)
Ερμηνεία: Επί καταπληκτικής ομοιώτητος τέκνων προς γονείς
Έχεις καλό ρόγο και λες
(1920)
Ερμηνεία: Ρόγος ο = ιδιόρρυθμος, αρχαϊκή αποθήκη σίτου ή δημητριακών καρπών εν γένει. Κτίζεται εις γωνία του δωματίου και έχει κυλινδρικό σχήμα. Κατά ταύτα ευνόητος η παροιμία : κατά το έχεις γρόσσια έχεις γλώσσα