Αναζήτηση
Αποτελέσματα 201-210 από 1045
Άκουσον κ' ύστερον κρίνον
(1874)
Μικρά μωρά έχω ς σα σαχτάρια
(1874)
Ερμηνεία: Τε παρά την εστίαν
Εκάλεσάνε σε με το προσερχομένων ποι
(1874)
Παρ' ημίν παλαίτερον, εν χωρίους δ' έτι και νυν προσκαλούσιν εις γάμον δια κηρίων, όπερ φαίνεται την βάσιν ερυθροβαφεί έχον
Ατά είναι κομπώματα, καρδιάς πλεροφορέματα
(1874)
Ταύτα απαίται (πλάναι) εισί καρδίας βαυκαλίσματα
Μαχανάν εις το μωρόν μεν ωβγόν και τρώγω γω
(1874)
Προφασιζόμενος το παιδίον εψήσεις, ωόν γεύομαι εγώ
Επεγενεύτεν κι ο πάρδων τ' ορσίδια τ'
(1874)
Ευηρεστήθη (ή μέγα εφρόνησεν) ο άκλουρος (αρσενική γαλή)
Ακόμα κ' εγένοσουν κολογκύθιν κ' έσυρες και τεβέπο
(1874)
Τεβέπο = λέξις τουρκική
Για τη χάλντη την αγάπην κλίσκουμαι φιλώ τ' αχάντιν = Θέλων χαρίζεσθαι τω χωρικώ προσκλίνας φιλώ την άκανθαν
(1874)
Ερμηνεία: Επί των αναγκαζομένων ένεκα συμφέροντος χαρίζεσθαι τινι και άκοντας
(Ν) αϊλή οπού κ' εκράτεσεν βολόνιν με το ράμμαν
(1874)
Παροιμία ταλανίζουσα τον μηδ' ελαχίστην γνώσιν της ραπτικής έχοντα
Τ' άγρια τα μουχτερά τα σjόνjα ημερεύουνε
(1874)
Τας ύς αι χιόνες τιθασσεύσουσιν (είτε δαμάζουσιν). Ερμηνία : Επί των τέως μεν ατιθάσσωνκαι θρασέων, ήδη δ' υπό δυστυχίας τεταπεινωμένων