Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1171-1180 από 1312
Στό βόϊδιν 'bοπουκάτου αρατείτε μουσκάρι;
(1951)
Από κάτου από τό βόδι ζητάτε μοσχάρι; Όταν κανείς περιμένει πράματα αφύσικα. Το μοσκάρι θά πάει στήν αγελάδα καί όχι στό βόδι, γιά νά βυζάξει. Στήν Κύπρο λένε: Αρσενικός γάδαρος σύρνει πίσω του πουλάριν;
Τα μαλλιά σου σο μύο ήσπρισές τα;
(1951)
Τα μαλλιά σου τ΄άσπρισες στο μύλο;
Είσ' ανdί παρουλού 'νgάθι
(1951)
Τόλεγαν σε κείνους που πείραζαν τους άλλους ή τους έβαναν λόγια. Το παρούλι (-παλιούρι) είναι θάμνος με αγκαθωτά κλαδιά, όπως η ακακία. Με τις βέργες του έκαναν βουκέντρια
Τσαι να δεις, πε 'τι τζού 'δα, τσαί να 'κούσεις πε 'τι τζού 'κσα
(1951)
Και να δείς, πες δεν είδα και ν΄ακούσεις, πες δεν άκουσα.
Του ουτϊέ 'ς χώρας τα κατζία, ισάνι τζου 'ίνεται
(1951)
Όποιος ακούει του κόσμου τα λόγια, άνθρωπος δε γίνεται (προκοπή δε βλέπει)
Πίθωσε τον κώλο σου, κάτσε στ΄αγκάθια πάνω
(1951)
Υπόμενε όπως είσαι, γιατί μπορεί να πέσεις στα χειρότερα
Τ' άσπρα άστρα κατεβάζουν
(1951)
Κόμ' ο δϊέβος μακρυναίνει το ράμμαν dου, σωστού νdα φέρει σην όχτην bάνου. Σαμ α νdα φέρει σην όχτην bάνου, α κόψει το ράμμα 'πό μακρά, α πέσει ση λίμbλη
(1951)
Και ο διάβολος μακραίνει το σκοινί του, ώσπου να το φέρει στην όχτη απάνου. Όταν το φέρει στην όχτη απάνου, θα κόψει το σκοινί από μακριά, (και ο άνθρωπος) θα πέσει στη λίμνη
Δώκαν dα πένdε παράδε να χορέψει, τζο χόρεψε. Στέρου, σαμού έβgε σό χορό, δώκαν dα δέκα παράδε να σταθεί, μή χορέψει, τζό στάθη
(1951)
Του δώσανε πέντε παράδες να χορέψει, δέ χόρεψε. Ύστερα, σά βγήκε στό χορό, του δώσανε δέκα παράδες να σταθεί, να μή χορέψει, δέ στάθηκε. Όταν ένας στήν αρχή κάνει πώς δέ θέλει κάτι, μά ύστερα δέ μπορείς να τον συγκρατήσεις. ...
Σου Σαγματά δϊέβοι τζο 'πόμειναν, έμbαν σου ισανούν τις τσοιλίες
(1951)
Στου Σαγματά διαβόλοι δεν απόμειναν, μπήκαν στων ανθρώπων τις κοιλιές