Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1161-1170 από 1312
Θωρούν d' άσπρο το πρόβατο, λεν τι: η τσοιλία του 'έμει άλειμμα
(1951)
Βλέπουν τ' άσπρο το πρόβατο, λένε: η κοιλιά του είναι γεμάτη πάχος
Το καμήλι τζο θωρεί του τσείνου το γαμbούρι, θωρεί του μαχτσουμού του
(1951)
Για τους ανθρώπους που κοιτάζουν τα ξένα και δε βλέπουν τα δικά τους
Το σιδερώνα θύρι ΄ίνεται σό ξυώνα μουχτάτσι
(1951)
Η σιδερένια πόρτα έρχεται στην ανάγκη της ξυλένιας. Κι ο πιο πλούσιος ή δυνατός άνθρωπος θα χρειαστεί μια μέρα τη βοήθεια του φτωχού
Φότεζ να μη τσαλdεις το θύρι, το θύρι τζο νοίζεται
(1951)
Αν δε χτυπήσεις την πόρτα, η πόρτα δεν ανοίγεταιΕ. Ίναι το ευαγγελικό : Κρούετε και ανοιγήσεται. Ματθ. Ζ΄ 7
Σο ινgλίκ' σου 'πουκάτου μ' ες
(1951)
Δηλαδή στην ποδιά σου αποκάτου μ' έχεις
Τζιείνος που σ' αγαπά κάμνει σε τζιαι κλαίεις
(1951)
Εκείνος που σ' αγαπά σε κάνει να κλαίς
Κάμνει ο κλέφτης ανασισλήν να φοηθή που χάσει
(1951)
Κάμνει ο κλέφτης θόρυβον να φοβηθή εκείνος που έχει για να χάση
Εν τζι εν' κόλλυφα;
(1951)
Δεν είναι κόλλυβα
Ές παράδε; ά πείς κρασί. Τζό 'σεις παράδε; βερεσέ κρασί μή πίν. Ά ήμερα 'ά δώσ' τά παράδε δύο φορέδες
(1951)
Έχεις παράδες; θα πιείς κρασί. Δέν έχεις παράδες; βερεσέ κρασί μήν πίνεις. Μια μέρα θά δώσεις τούς παράδες δυο φορές. Δηλαδή θα πληρώσεις κι εκείνο που χρωστάς, θα πληρώσεις και κείνο που θα πιείς
Είσ' ανdί σισυρός. Χάρ σό νομάτην 'μbρό βgαίνεις
(1951)
Είσαι σάν το θυμιατό. Σέ κάθε άνθρωπο μπροστά βγαίνεις. Τό λεγαν στούς προπετείς. Το σισυρός βγήκε, λένε, από το ισχυρός (άγιος ισχυρός), τής εκκλησιας. Επειδή τήν ώρα πού τό ψάλλουν, ο παπάς θυμιατίζει, οι Φαρασιώτες είπαν ...