Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1131-1140 από 1312
Το σπίτι πομέν΄ισούζι, το ρουσί ισούζι τζο πομένει
(1951)
Ερμηνεία: Το σπίτι μένει άδειο, το βουνό άδειο δεν απομένει. Είναι ευκολότερο να είμαστε μόνοι μέσα σ΄ένα σπίτι, παρά έξω στο ύπαιθρο. Και στο βουνό ακόμα μπορεί να μας ακούσει ένα αυτί. Γι΄αυτό δεν πρέπει να φωνάζουμε τα ...
Το στσυλλί πήε σο παθινί, πνώνει νε ατσείνος τρώ' νε τ' αβγό 'φήνει να φά'
(1951)
Ερμηνεία: Το σκυλί πήγε στο παχνί, κοιμάται, ούτ' εκείνο τρώει ούτε το άλογο αφήνει να φάει
Πααίνει μο τ' α δϊέβοζ, έρτσεται μο τα κατό δϊέβοι
(1951)
Πάει μ' ένα διάβολο, γυρίζει μ' εκατό
Νdαράγανε τα μαύρα μο τ' άσπρα σου!
(1951)
Ερμηνεία : Ανακατώθηκαν τα μαύρα με τ' άσπρα σου
Είσαι 'αν dου Πράκα τη μαθράκα
(1951)
Είσαι σαν του Πράκα το βάτραχο. Τόλεγαν στους ασκημομούρηδες και στους βρώμικους. Στου Πράκα ήταν ένα μέρος γεμάτο βρώμικα νερά και βούρκο
Το μασαίρι τ' αβίν dου τζό πελεκά
(1951)
Το μαχαίρι τη λαβή του δεν την πελεκάει. Ένα δικό του άνθρωπο κανείς δε θέλει να τον βλάψει. Λαβ. 189
Ο π'ίσης τον π'ίση 'γαπά
(1951)
Ο βρωμιάρης τον βρωμιάρη αγαπά
Ό,τι 'α δώζ' μό τα σέρε σου, ατσείνο 'α υπά' νdάμα σου
(1951)
Ό,τι θά δώσεις με τα χέρια σου, εκείνο θά πάει μαζί σου. Οι ελεημοσύνες είναι το καλύτερο εφόδιο του ανθρώπου πού πεθαίνει. Όπως λένε και στήν Εκκλησία (Ακολουθία νεκρώσιμος εις ιερείς): Αν ηλέησαν, άνθρωπε, άνθρωπον, αυτός ...
Μό το χουλϊέρι δίτει τα, τσαί μό το βράδι βgάλλει το 'φτάλμι του
(1951)
Με το κουτάλι το δίνει, και με την άκρια (ουράδι) βγάνει το μάτι του. Γιά τους διπρόσωπους. Λεβ. 64. Ποντ. Α. Π. αρ. 915: Με το χουλάριν δί' το γάλαν και με τόστελίν εβγάλλει ατό
Πώζ με δώστες σά σέρε μου, τσαί πά 'α νίψω σή χαραή μου;
(1951)
Τι μού έδωσες στά χέρια μου και τι να νίψω στό πρόσωπό μου; Όταν μας δίνουν κάτι πολύ λίγο, π.χ. Νερό ή άλλο, που δεν φτάνει στίς ανάγκες μας