Αναζήτηση
Αποτελέσματα 3471-3480 από 3548
Ο αδερφός μου είναι αδερφός μου ας τον χαρεί η γυναίκα του
(1951)
Το λέγαν οι ανύπαντρες αδερφάδες όταν ο αδερφός τους παντρευόταν και πια δεν τις κοίταζε.
Αδεφόζ μ' εν 'δεφόζ μου ς τα χαρεί η ναίκα του
(1951)
Το λέγαν οι ανύπαντρες αδερφάδες όταν ο αδερφός τους παντρευόταν και πια δεν τις κοίταζε.
Η μά σου, σου να 'εννάνκε σένα, να 'ένντσε α θάλι ήτουν gαό
(1951)
Η μάνα σου, αντίς να γεννούσε εσένα, θα 'ταν καλύτερο να γεννούσε μιά πέτραΣ
Το βράδυ λίχνισέ τα, την αυγή κοσκίνισέ τα
(1951)
Αποβραδίσ σηκωνόνταν πάντα αέρας κι ήταν η πιό κατάλληλη ώρα νά λιχνίσουνε στ' αλώνια τό σωρό το πρωΐ μέ τό φως, που δε φυσούσε, τον κοσκίνιζαν. Η παροιμία σημαίνει πως κάθε δουλεία θέλει την ώρα της
Το μισημέρι 'γώ τζο πορώ νdα βρώ, τσαι συ 'ρεύ νdα βρείς σκοτεινά;
(1951)
Το μεσημέρι εγώ δε μπορώ να το βρώ, και συ γυρεύεις να το βρείς στα σκοτεινά;
Του τζο ΄υρεύει να δώσει το καννάβι του, λέ τι : Έφκωσα ΄λεύρι πάνου
(1951)
Όποιος δε θέλει να δώσει το σκοινί του, λέει : Άπλωσα αλεύρι απάνου. Για τις ψεύτικες προαφάσεις. Μια φορά γυρέψανε του Ναρεντίν-χότζα το σκοινί του. Εκείνος δεν ήθελε να τους το δώσει κι είπε αυτό το ψέμα : Έφκωσα ΄λεύρι πάνου
Ες σην gούφα σ' α δϊέβος, σην τζοιλία σου ες 'κατό δεβόλοι!
(1951)
Έχεις στη σκούφια σου ένα διάβολο, μα στην κοιλιά σου έχεις εκατό διαβόλους!
Τα ποίο σου λαχτύλι α κόπ' τσαι τζο α αντζέπ;
(1951)
Ποιό σου δάχτυλο θα κόψεις και δε θα πονέσης. Το λέει π.χ. μια μάνα, που θέλει να δείξει πως αγαπάει το ίδιο όλα τα παιδιά της
Το Χαλάπι να 'ν' ατσεί, η αγκώνα εν' αδά
(1951)
Το Χαλέπι αν είν' εκεί, ο αγκώνας (Πήχυς). Είν' εδώ. Κατί σαν το “Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα”. Κάποιος καυχήθηκε πως στο Χαλέπι που πήγε έκαμε ή είδε το και το. Αυτοί που τον άκουαν, τούδωκαν την απάντησην. Του είπαν ...
Ο φσόντυος σου 'κόμη σο ζύν τζο μbή, να μbείς σο ζεύgον 'bουκάτου, α ιδείς ζ' γούβας σου το φοσσί
(1951)
Ο σβέρκος σου ακόμα δε μπήκε στο ζυγό, να μπείς κάτου απ' το ζυγό και θα δείς του τραχήλού σου τη λακκούβα